
Αφορμή για αυτή την ανάρτηση ήταν το σχόλιο του καλού μας Doctor, στην προηγούμενη ανάρτηση, για τα γεννητούρια που περιμένει στο μπαλκόνι του καθώς εκεί επέλεξε να κάνει τα αβγά της μια δεκαοχτούρα. Κοιτάζω έξω από το παράθυρο, στον ακάλυπτο της πολυκατοικίας, και όλα τα μπαλκόνια είναι γεμάτα με σιντί που αιωρούνται, δημιουργώντας ένα κακόγουστο και ενοχλητικό θέαμα, για να φοβούνται τα περιστέρια και να μη μαγαρίσουν το βρωμισμένο τσιμέντο. Τον τελευταίο καιρό έχουν πολλαπλασιαστεί τα κρεμασμένα σιντί, σε τέτοιο βαθμό, ώστε κάποιες ώρες οι αντανακλάσεις τους να εισχωρούν και στο δωμάτιο όπου εργάζομαι, ενοχλώντας με, για να μην αναφέρω και τον ήχο από τα CD των από πάνω όταν κτυπούν στα κάγκελα από τον άερα. Είναι τόσο γελοίο και κακόγουστο το θέαμα και προδίδει αδιάψευστα τη μικροψυχία και ευτέλεια αυτών των ανθρώπων.
Από την περιπέτεια με τα γατάκια που περιέγραψα στις δύο προηγούμενες αναρτήσεις, θυμάμαι τη στάση και τις φράσεις κάποιων ανθρώπων. Καθώς γυρνούσα από το κουτί με τα γατάκια, θυμάμαι μια γριά του ισογείου, που συνήθως βάζει την τηλεόραση στη διαπασών, να μου απευθύνεται σαν να άφησα εγώ τα γατάκια στο δρόμο και να μου παραπονιέται ότι την ενοχλούν τα νιαουρίσματα. Κλασική αντίδραση, κανένας από αυτούς τους υποτιθέμενους απογόνους του Σωκράτη δεν παραπονιέται για ένα αδέσποτο και δεν κάνει κάτι για αυτό μέχρι να δει κάποιον να ασχολείται μαζί του, οπότε θεωρεί ότι αυτός πλέον είναι ο υπεύθυνος και έχει το δικαίωμα να εκτονώσει πάνω του τη δυσαρέσκεια και τα κόμπλεξ του. Την κοίταξα άγρια και της είπα αυστηρά ότι όσο είναι δικά της είναι και δικά μου, εγώ απλώς κάνω κάτι για αυτά. Θυμάμαι «φιλόζωους», πρώην ιδιοκτήτες ζώων ράτσας, να παραπονιούνται για εκείνους που ταΐζουν τα ζώα στο δρόμο και πετάνε ψωμιά και λερώνουν χωρίς να «αναλαμβάνουν τις ευθύνες». Μιλάμε για τον ίδιο αυτό πεζόδρομο που έχουν διαλύσει και καταβρομίσει παρκάροντας παράνομα τα «αμάξια» τους.
Οι άνθρωποι αυτοί θα έλεγες ότι δεν ανέχονται καμία παρουσία της φύσης στο περιβάλλον τους, ενώ θεωρούν φυσική, αποδεκτή και δικαιολογημένη κάθε ανθρωπογενή ασχήμια, ενδεχομένως στο πνεύμα κάποιας συνενοχής. Απορώ πώς δεν παραπονιούνται για τον ακατάπαυστο θόρυβο των τζιτζικιών και δεν ζητούν ψεκασμούς για την εξόντωσή τους, για τα φύλλα των δέντρων, που λερώνουν το δρόμο το φθινόπωρο, για το ενοχλητικό φύσημα του αέρα. Ό,τι δεν είναι τσιμέντο, άσφαλτος, τενεκές ή πλαστικό, ό,τι έχει ζωή, είναι απεχθές και ανεπιθύμητο στην πόλη-φυλακή. Τη φύση, οι ίδιοι αυτοί άνθρωποι είναι πρόθυμοι, αφού την εξορίσουν όσο πιο μακριά τους γίνεται, να την ακριβοπληρώσουν για τη μία ή δύο εβδομάδες των καλοκαιρινών διακοπών τους, αυτής της ανθρώπινης διαστροφής. Τις υπόλοιπες ημέρες του χρόνου, δεν τους ενοχλούν οι ανθρωποφωλιές-οικονομικές συσκευασίες εργατικού δυναμικού στις οποίες κατοικούν και τρελαίνονται, δεν τους ενοχλεί ο βρώμικος αέρας που αναπνέουν, δεν τους ενοχλεί η έλλειψη αισθητικής, η αγένεια, ο θόρυβος που δημιουργούν οι ίδιοι, ο συνωστισμός που τρελαίνει, η έλλειψη πρασίνου, η σκληρότητα και η συγκαλυμμένη - ή μη - βία παντού, τους ενοχλεί το πουλί που θα καθίσει λίγο στο μπαλκόνι τους και θα αφήσει μια μικρή κουτσουλιά. Δεν θα αναφέρω καν τι γίνεται αν φανεί κοντά τους κανένα δύστυχο αδέσποτο, η ύπαρξη του οποίου οφείλεται πάλι σε ανθρώπους μικρόνοες και εγωιστές, ομοίους τους.
Πριν από καιρό πέρασα ένα απόγευμα από τη Φωκίωνος Νέγρη, από ένα συγκεκριμένο σημείο. Κάποια στιγμή κοντοστάθηκα εκστασιασμένος. Από όλα τα δέντρα μια τεράστια χορωδία, αποτελούμενη από ένα αμέτρητο πλήθος πουλάκια, ποιος ξέρει πόσα από αυτά σε κάθε κλαδί, έδινε τα ρέστα της επισκιάζοντας την κακοφωνία από τα «μαγαζά», με ένα ήχο βάλσαμο για την ψυχή, ένα ήχο γλυκό και πηχτό σαν μέλι, τόσο γήινο όσο και ουράνιο. Ο μόνος ανθρωπογενής ήχος που θα μπορούσε να πλησιάσει θα ήταν κάποιο κονσέρτο του Γιόχαν Σεμπάστιαν Μπαχ. Με πληροφόρησε εχθές μια καλή μου φίλη ότι εκεί περίπου κάποιος αρρωστημένος έριξε κάποιο ισχυρό χημικό το οποίο παραλύει το νευρικό σύστημα με την εισπνοή, πιθανός στόχος, τα αδέσποτα ή μη σκυλιά. Η είδηση εδώ. Γέμισε το χορτάρι και το πλακόστρωτο από πτώματα ζώων και πουλιών. Συνεργεία του δήμου ψέκαζαν επανειλημμένα μην τυχόν και εισπνεύσει το δηλητήριο και κανένα παιδί ή και ενήλικος. Σκέπτομαι ότι μερικές φορές οι δηλητηριαστές επικαλούνται τη δημόσια υγεία που υποτίθεται ότι απειλείται από τα αδέσποτα. Σκέφτομαι το ενδεχόμενο να έπεφτε θύμα του δηλητηρίου το παιδί ή το εγγόνι ή το ανίψι του δηλητηριαστή, Θεία Δίκη.
Σπουδαία φυλή οι σιντάκηδες. Πιστεύω ότι ο καθένας σε αυτό τον κόσμο επιλέγει τι είναι αυτό το οποίο θα τον ενοχλεί και τι είναι αυτό που θα καλοδέχεται ή θα ανέχεται, αναλόγως με την αισθητική του, δηλαδή, αναλόγως με την ποιότητά του. Ξεχνούν οι ανόητοι ότι είναι και οι ίδιοι κομμάτι αυτής της φύσης που απεχθάνονται, ίσως ένα από τα πιο ρυπαρά και ελεεινά πλάσματά της. Την ύβρη ακολουθεί πάντα η κάθαρση.
Ένας τρόφιμος των φυλακών Αθηνών, στα πρόθυρα(;) της παράνοιας.
Άλλη σχετική ανάρτηση, εδώ.
Από την περιπέτεια με τα γατάκια που περιέγραψα στις δύο προηγούμενες αναρτήσεις, θυμάμαι τη στάση και τις φράσεις κάποιων ανθρώπων. Καθώς γυρνούσα από το κουτί με τα γατάκια, θυμάμαι μια γριά του ισογείου, που συνήθως βάζει την τηλεόραση στη διαπασών, να μου απευθύνεται σαν να άφησα εγώ τα γατάκια στο δρόμο και να μου παραπονιέται ότι την ενοχλούν τα νιαουρίσματα. Κλασική αντίδραση, κανένας από αυτούς τους υποτιθέμενους απογόνους του Σωκράτη δεν παραπονιέται για ένα αδέσποτο και δεν κάνει κάτι για αυτό μέχρι να δει κάποιον να ασχολείται μαζί του, οπότε θεωρεί ότι αυτός πλέον είναι ο υπεύθυνος και έχει το δικαίωμα να εκτονώσει πάνω του τη δυσαρέσκεια και τα κόμπλεξ του. Την κοίταξα άγρια και της είπα αυστηρά ότι όσο είναι δικά της είναι και δικά μου, εγώ απλώς κάνω κάτι για αυτά. Θυμάμαι «φιλόζωους», πρώην ιδιοκτήτες ζώων ράτσας, να παραπονιούνται για εκείνους που ταΐζουν τα ζώα στο δρόμο και πετάνε ψωμιά και λερώνουν χωρίς να «αναλαμβάνουν τις ευθύνες». Μιλάμε για τον ίδιο αυτό πεζόδρομο που έχουν διαλύσει και καταβρομίσει παρκάροντας παράνομα τα «αμάξια» τους.
Οι άνθρωποι αυτοί θα έλεγες ότι δεν ανέχονται καμία παρουσία της φύσης στο περιβάλλον τους, ενώ θεωρούν φυσική, αποδεκτή και δικαιολογημένη κάθε ανθρωπογενή ασχήμια, ενδεχομένως στο πνεύμα κάποιας συνενοχής. Απορώ πώς δεν παραπονιούνται για τον ακατάπαυστο θόρυβο των τζιτζικιών και δεν ζητούν ψεκασμούς για την εξόντωσή τους, για τα φύλλα των δέντρων, που λερώνουν το δρόμο το φθινόπωρο, για το ενοχλητικό φύσημα του αέρα. Ό,τι δεν είναι τσιμέντο, άσφαλτος, τενεκές ή πλαστικό, ό,τι έχει ζωή, είναι απεχθές και ανεπιθύμητο στην πόλη-φυλακή. Τη φύση, οι ίδιοι αυτοί άνθρωποι είναι πρόθυμοι, αφού την εξορίσουν όσο πιο μακριά τους γίνεται, να την ακριβοπληρώσουν για τη μία ή δύο εβδομάδες των καλοκαιρινών διακοπών τους, αυτής της ανθρώπινης διαστροφής. Τις υπόλοιπες ημέρες του χρόνου, δεν τους ενοχλούν οι ανθρωποφωλιές-οικονομικές συσκευασίες εργατικού δυναμικού στις οποίες κατοικούν και τρελαίνονται, δεν τους ενοχλεί ο βρώμικος αέρας που αναπνέουν, δεν τους ενοχλεί η έλλειψη αισθητικής, η αγένεια, ο θόρυβος που δημιουργούν οι ίδιοι, ο συνωστισμός που τρελαίνει, η έλλειψη πρασίνου, η σκληρότητα και η συγκαλυμμένη - ή μη - βία παντού, τους ενοχλεί το πουλί που θα καθίσει λίγο στο μπαλκόνι τους και θα αφήσει μια μικρή κουτσουλιά. Δεν θα αναφέρω καν τι γίνεται αν φανεί κοντά τους κανένα δύστυχο αδέσποτο, η ύπαρξη του οποίου οφείλεται πάλι σε ανθρώπους μικρόνοες και εγωιστές, ομοίους τους.
Πριν από καιρό πέρασα ένα απόγευμα από τη Φωκίωνος Νέγρη, από ένα συγκεκριμένο σημείο. Κάποια στιγμή κοντοστάθηκα εκστασιασμένος. Από όλα τα δέντρα μια τεράστια χορωδία, αποτελούμενη από ένα αμέτρητο πλήθος πουλάκια, ποιος ξέρει πόσα από αυτά σε κάθε κλαδί, έδινε τα ρέστα της επισκιάζοντας την κακοφωνία από τα «μαγαζά», με ένα ήχο βάλσαμο για την ψυχή, ένα ήχο γλυκό και πηχτό σαν μέλι, τόσο γήινο όσο και ουράνιο. Ο μόνος ανθρωπογενής ήχος που θα μπορούσε να πλησιάσει θα ήταν κάποιο κονσέρτο του Γιόχαν Σεμπάστιαν Μπαχ. Με πληροφόρησε εχθές μια καλή μου φίλη ότι εκεί περίπου κάποιος αρρωστημένος έριξε κάποιο ισχυρό χημικό το οποίο παραλύει το νευρικό σύστημα με την εισπνοή, πιθανός στόχος, τα αδέσποτα ή μη σκυλιά. Η είδηση εδώ. Γέμισε το χορτάρι και το πλακόστρωτο από πτώματα ζώων και πουλιών. Συνεργεία του δήμου ψέκαζαν επανειλημμένα μην τυχόν και εισπνεύσει το δηλητήριο και κανένα παιδί ή και ενήλικος. Σκέπτομαι ότι μερικές φορές οι δηλητηριαστές επικαλούνται τη δημόσια υγεία που υποτίθεται ότι απειλείται από τα αδέσποτα. Σκέφτομαι το ενδεχόμενο να έπεφτε θύμα του δηλητηρίου το παιδί ή το εγγόνι ή το ανίψι του δηλητηριαστή, Θεία Δίκη.
Σπουδαία φυλή οι σιντάκηδες. Πιστεύω ότι ο καθένας σε αυτό τον κόσμο επιλέγει τι είναι αυτό το οποίο θα τον ενοχλεί και τι είναι αυτό που θα καλοδέχεται ή θα ανέχεται, αναλόγως με την αισθητική του, δηλαδή, αναλόγως με την ποιότητά του. Ξεχνούν οι ανόητοι ότι είναι και οι ίδιοι κομμάτι αυτής της φύσης που απεχθάνονται, ίσως ένα από τα πιο ρυπαρά και ελεεινά πλάσματά της. Την ύβρη ακολουθεί πάντα η κάθαρση.
Ένας τρόφιμος των φυλακών Αθηνών, στα πρόθυρα(;) της παράνοιας.
Άλλη σχετική ανάρτηση, εδώ.