Τετάρτη, Αυγούστου 30, 2006

Επαγγελματικός αποπροσανατολισμός - συνέχεια από το προηγούμενο

Δι' άπαντας φτάνει η στιγμή της αληθείας. Μετά παρέλευσιν αρκετών εβδομάδων, ο πρωταγωνιστής του προηγούμενου κειμένου τελικώς εκλήθη να επιτελέσει το καθήκον του. Ησθάνθη ρίγη να διατρέχουν το κορμί του ο δυστυχής. Ήλπιζε τουλάχιστον να επρόκειται περί ειδεχθούς εγκληματίου δια την θανάτωσιν του οποίου δεν θα είχε τύψεις (εάν κατάφερνε να κάμει τελικώς αυτό που ανεμένετο από εκείνον). Αλίμονον όμως, την πρώτη φορά που είδε "τον εγκληματία" υπέστη κλονισμόν. Εις το κελίον εκάθητο θρηνούσα κορασίς, ουχί μεγαλυτέρα των δεκαπέντε ή των δεκαέξι Μαΐων. "Μην τη λυπάσαι όπως τη βλέπεις, είναι φόνισσα" του είπε ο δεσμοφύλαξ. Ρωτήσας, έμαθε ότι η κορασίς είχε δοθεί υπό του πατρός της, με το αζημίωτον, ως σύζυγος εις τον επικεφαλής της φρουράς του κάστρου της πόλεως, ανδρός ετών πεντήκοντα, με φήμην διεφθαρμένου. Η νεανίς εφόνευσε λοιπόν αυτόν εν τη απογνώσει της όταν αύτος επροσπάθησε να της επιβάλει την τέλεσιν των συζυγικών της καθηκόντων την πρώτην νύκταν του γάμου τους, πλήξασα αυτόν με μεγάλην καρφίτσαν που, δια να κάνομεν μέλανα αστεϊσμόν, σίγουρα εξεφούσκωσε τον εγωισμόν του. Ελαφρυντικά βεβαίως υπήρχαν, αλλά ο φονευθείς προέρχετο εξ οικογενείας μετά μεγάλης επιρροής και, ούτως, οι συγγενείς αυτού είχον εξασφαλίσει την καταδίκην ες θάνατον της νεαράς συζύγου η οποία τόσο αποτελεσματικώς είχε διαφυλάξει την παρθενίαν της.

Εβασανίζετο μέχρι την καθορισμένη ημέραν της εκτελέσεως ο νεαρός δήμιος της αφηγήσεως αύτης, αν και εις την καρδίαν του ήξερε ότι δεν θα προέβαινε εις την τέλεσιν της καρατομήσεως της κόρης. Η ημέρα έφτασε, το πλήθος εσυγκεντρώθη εις την πλατείαν, οι κάμερες των τηλεοπτικών διαύλων ετοιμάζοντο ίνα μεταδώσουσιν την εικόναν της εκτελέσεων εις τους δέκτας των μη δυνάμενων παρευρεθώσιν. Φορέσας την κουκούλαν ο δήμιος, φέρων τον πέλεκυν ανά χείρας, ανήλθε επί του ικριώματος και η νεαρά οδηγήθη δέσμια έμπροσθέν του. Τα τύμπανα ήχησαν και όλοι εσιώπησαν. Εκείνος, αντί άλλης πράξεως, έσκυψε αργά και αποφασιστικά και, προς κατάπληξιν του αιμοβόρου πλήθους, έλυσε τα δεσμά της κόρης. Εν συνεχεία, εστράφη προς το πλήθος και κατακεραύνωσε αύτο λέγων πόσο άδικος ήτο η θέλησις του, να καρατομηθεί αδύναμος ύπαρξις η οποία είχε πωληθεί υπό του πατρός της και παραδοθεί εις άνθρωπον σκληρόν και ακατάλληλον ίνα γένει σύζυγός της, ύπαρξις η οποία τώρα εθώρει αυτόν με έκπληξιν και ευγνωμοσύνην. Αλλά φευ, το πλήθος, παρακινούμενο και υπό των συγγενών του φονευθέντος, εξηγέρθη, αποδοκιμάζον και καθυβρίζον τον δήμιον και την νεαράν, ήρχισε μάλιστα να κινείται απειλητικώς προς το ικρίωμα.

"Οπίσω ουτιδανοί!" εκραύγασεν ο δήμιος κραδαίνων τον πέλεκυν "άλλως θέλει καρατομήσω υμάς!". Αλλά φευ, επενέβη η φρουρά και ακινητοποίησε τους δύο νέους που ημύνοντο επί του ικριώματος. Μετ' ολίγων ημερών, εκαταδικάσθησαν αμφότεροι εις θανάτωσιν δι' απαγχονισμόν, υπό των φαύλων δικαστών, την στρεβλάν κρίσιν και την έλλειψιν ακεραιότητος των οποίων τόσο θαρραλέα είχε καταγγείλει έργω τε και λόγω ο νεαρός πρώην δήμιος. Ερωτηθείσα η κόρη εάν είχε τελευταίαν επιθυμίαν, εδήλωσε ότι θα ήθελε να απέλθη του μάταιου κόσμου τούτου ως σύζυγος του νεαρού πρώην δημίου, εφόσον βεβαίως ούτως επεθύμη το αυτόν. Ο νέος, δεν θα ήτο πρέπον να αποκαλούμε πλέον αυτόν δήμιον, εδέχθη με χαράν και αντί για δήμιος κατέληξεν μνηστήρ της κόρης. Την καθορισμένη λοιπόν πρωΐαν, αφού επάνδρεψαν απροθύμως τους νέους, απηγχόνισαν αυτούς. Ο ιερεύς, εις το από άμβωνος κήρυγμά του την επομένη Κυριακήν, επροειδοποίησεν τους νέους δια τους κινδύνους που εγκυμονεί η έλξις προς γύναια που δεν γιγνώσκουν ηθικούς φραγμούς, η απήθεια προς τους άρχοντας και η αμφισβήτησις των αποφάσεών των. Κατακεραύνωσεν επίσης την αγνωμοσύνην του νεαρού προς όσους του εξασφάλισαν την αξιοζήλευτον και αξιοσέβαστον θέσιν του δημίου εις το Δημόσιον. Διά πολύν καιρόν πάντως ανευρίσκετο μεγάλος αριθμός ανθέων επί των πτωχών μνημάτων των δύο εκτελεσθέντων και μετά παρέλευσιν πολλών ετών ανηγέρθη εις τη μνήμη των μημείον μέγα. Κάποιοι ημιμαθείς μάλιστα ισχυρίζονται ότι από το περιστατικόν αυτό πρέρχεται η ιδιωματική έκφρασις "αυτοί κρεμάστηκαν" δι' όσους παντρεύονται.

Πέμπτη, Αυγούστου 24, 2006

Επαγγελματική αποκατάστασις

Αφού απελύθη από τον στρατόν, εδυσκολεύθηκε να βρει εργασίαν. Φιλοδοξία του ήτο να γίνει κηπουρός, καθώς είχε ευαίσθητον ψυχή και του ήρεσαν τα άνθη και τα φυτά. Τελικώς, μετά από πολλά παρακάλια, μπες-βγες σε γραφεία πολιτικών και αφού φίλησαν κατουρημένες ποδιές, οι γονείς του, πτωχοί άνθρωποι, του εξασφάλισαν τη θέσιν του δημίου εις το Δημόσιον. Προέβαλε αντιρρήσεις στην αρχήν, αλλά μετά από τις πολλές πιέσεις από συγγενείς και φίλους, εκάμφθη με δισταγμόν. "Ξέρεις πόσοι θα σε εζήλευαν;", "Πήγαινε προσωρινώς και όταν βρεις κάτι καλύτερον, αποχωρείς", "Δεν κάμεις τίποτε κακόν, αν δεν ήσουν εσύ, θα ήτο άλλος, εξάλλου, πρόκειται περί εγκληματιών που λαμβάνουν δικαίαν τιμωρίαν δια τα ανομήματά των", "Δεν είναι σωστόν να περιφρονείς ένα επάγγελμα", "Καμία δουλειά δεν είναι ντροπή, ντροπή είναι να κάθεσαι και να σε τρέφουν οι δικοί σου", "Εργάσου εκεί δι εν διάστημαν και εν συνεχεία θα μετατεθείς εις άλλην υπηρεσίαν", "Προσγειώσου επιτέλους", "Μόνιμος θέσις, σταθερός μισθός συν μπόνους δια κάθε εκτέλεσιν, να μην είπωμεν και δια τα τυχερά από τους συγγενείς των μελοθανάτων που θα θέλουσι να κάμεις καθαρά δουλειάν και γρήγορην", "Ζήτημα είναι εάν θα καλείσαι διά το καθήκον ούτο τρεις φοράς το εξάμηνον, τον υπόλοιπον χρόνον θα κάθεσαι αραχτός εις το γραφείον" ήτο μερικά μόνο από τα επιχειρήματα που επιστρατεύθησαν δια να τον πείσουν.

Πέμπτη, Αυγούστου 17, 2006

Βεβαιότητα

Μπορεί να μην είναι βέβαιον ποιοι ενίκησαν, αλλά είναι βέβαιον ποιοι έχασαν.

Σάββατο, Αυγούστου 12, 2006

Ουστ καλοκαίρι! (ή θερινή πικρία στην πόλη)

Ουστ Καλοκαίρι,
Και πάρε μαζί και τον θλιβερό θίασό σου!
Πάρε μαζί σου τις χορτάτες, παχιές μύγες,
Τις μεγάλες κατσαρίδες που σουλατσάρουν ανυποψίαστες για τη βαριά παντόφλα,
Τους απλύτους με τη δυσωδία τους στα λεωφορεία,
Τις παρέες από τα βουβαλόπαιδα που στη βραδινή τους έξοδο συνωστίζονται πέντε - πέντε σε αυτοκίνητα με αεροτομές και τα μπάσα στο φουλ,
Τις ωραίες της γειτονιάς με τους μελανιασμένους μηρούς από τα χάδια των εραστών και τις γάμπες με τα εγκαύματα από την εξάτμιση της μηχανής,
Τα ανοιχτά παράθυρα που ξερνάνε τραγούδια της πίστας μέσα στα αυτιά μου,
Τον ιδρώτα που κολλάει τα ρούχα στο σώμα και τη φαγούρα μετά το ντους,
Τα φρούτα που κάποιος ξέχασε έξω από το ψυγείο να σαπίζουν,
Τα μπαλκόνια που στάζουν,
Τους ευωδιάζοντες κάδους απορριμμάτων...
Το κλάμα ενός μωρού το μεσημέρι,
Τους γέρους που αποκάμνουν,
Τα ιδρωμένα σεντόνια,
Τα κλιματιστικά με την ψεύτικη δροσιά τους που μουρμουρίζουν ακατάπαυστα,
Τους τουριστικούς προορισμούς με τους παραθεριστές και τους τουρίστες,
Την τουριστική βιομηχανία και τις ξαπλώστρες στην παραλία,
Τα γουίντ σερφ που απειλητικά σαν καρχαρίες γυρίζουν γύρω από τους κολυμβητές, καθώς αυτοί κάνουν την ανάγκη τους στη θάλασσα,
Τις χλιαρές πισίνες των ξενοδοχείων
Και τις κοινοτοπίες των τραγουδιών που υμνούν εσένα και τους έρωτές σου

Με κούρασες ξετσίπωτο καλοκαίρι!
Εγώ πρώτο έχω τον σεπτό γέρο χειμώνα
(θα του τα σούρω και εκείνου όταν έλθει η ώρα του)
Με τον παγωμένο άνεμο να φυσάει στο πρόσωπό μου,
Που φυλακίζει την ασχήμια πίσω από κλειστές πόρτες και παράθυρα
(όσο γίνεται σε αυτή την άθλια πόλη),
Φεύγα από δω γελοίο καλοκαίρι!
Και μην τολμήσεις να μου πεις για διακοπές, όταν εγώ θέλω συνέχεια!
Ούτε να διανοηθείς να κτυπήσεις την πόρτα του διαμερίσματός μου,
Θα σε γκρεμίσω από τις σκάλες γελώντας άγρια,
Και εσένα και αυτή την ελαφριά φίλη σου, το αυγουστιάτικο φεγγάρι, που όλοι ξέρουν πως μια βραδιά το περιέλαβε καλά ο Πάνας ντυμένος με προβιά,
Να σκάσετε σαν τα καρπούζια!

ΟΥΣΤ!

Φύγε γρήγορα καλοκαίρι, δεν είσαι εσύ για μένα.

Δευτέρα, Αυγούστου 07, 2006

Μια άτυχη σχέση

Η Ηώ, η θεά της αυγής, ερωτεύτηκε κάποτε τον Τιθωνό που ήταν εξαιρετικά ωραίος νέος. Μια και ήταν θεά (κυριολεκτικά), τον άρπαξε και τον μετέφερε στο παλάτι της και τον έκανε σύντροφό της. Ζήτησε, φυσικά, από τον Δία να τον κάνει και εκείνον αθάνατο για να τον έχει πάντα κοντά της, ξεχνώντας όμως μια σημαντική λεπτομέρεια, να ζητήσει για λογαριασμό του και αιώνια νιάτα. Άρχισε να γερνάει λοιπόν ο Τιθωνός, μπορούμε να φανταστούμε τον πανικό της θεάς όταν αντίκρισε τα πρώτα σημάδια των γηρατειών πάνω του, και συνέχισε να γερνάει πέρα από κάθε φαντασία. Η Ηώ, βέβαια, αν και έχασε το ερωτικό της ενδιαφέρον για αυτόν, τον συμπονούσε και τον περιποιόταν μέχρι που ο καημένος ο Τιθωνός ζάρωσε και έγινε σαν ένα μωρό, ανίκανος ακόμη και για την παραμικρή κίνηση. Μόνο η φωνή του ακουγόταν από τη μωρουδιακή κούνια. Για να τον λυτρώσει η Ηώ από αυτή την κατάντια, τον μεταμόρφωσε σε τζιτζίκι, ένα από αυτά τα συμπαθή έντομα που μου κρατούσαν συντροφιά με το τραγούδι τους αυτό το καυτό μεσημέρι του Αυγούστου, σε αυτή την άθλια τσιμεντούπολη.

Υ.Γ. Ο ορίζοντας δεν είναι στραβός στο έργο (μη με περάσετε για τόσο ατζαμή), απλώς κρατούσα με κλίση τη φωτογραφική μηχανή - δεν χρησιμοποίησα το σαρωτή, καθώς πρόκειται για μια μικρή ελαιογραφία που είναι ακόμη νωπή .

Τετάρτη, Αυγούστου 02, 2006

Επίσκεψις

Ο κ. Σοπενάουερ και το κανίς Άτμα επέρασαν πάλι από το σπίτι και τα είπαμε.