Πέμπτη, Φεβρουαρίου 28, 2013

Ο χώρος ανάμεσα


Αν παρατηρήσεις προσεκτικά, θα διαπιστώσεις ότι εκεί που τελειώνει η μία σκέψη και πριν να αρχίσει η επόμενη μεσολαβεί ένα κενό. Εκεί βρίσκεται η ελευθερία σου και το βασίλειό σου, το χωραφάκι που πρέπει να καλλιεργήσεις. Εκεί βρίσκεσαι εσύ. Μένε εκεί, όσο πιο πολύ μπορείς, συνειδητός. Σιγά - σιγά το κενό θα μεγαλώνει, σιγά - σιγά θα γίνεσαι όλο και πιο γαλήνιος, όλο και πιο ελεύθερος, σιγά - σιγά το βασίλειό σου θα επεκτείνεται, σιγά - σιγά το χωραφάκι θα καρπίζει.

Κυριακή, Φεβρουαρίου 24, 2013

Σκέφτηκα να κάνω ένα τοπίο...

- Συγγνώμη για το θάρρος, αλλά να σας αγγαρέψω να μου δέσετε το κορδόνι;

...αλλά δεν μου βγήκε πάλι.

Τρίτη, Φεβρουαρίου 19, 2013

Ο χορός



Περπατούσε στην Ιπποκράτους, ψάχνοντας να βρει φαρμακείο, κάτι του είχαν γράψει στο νοσοκομείο, ο πόνος τον είχε εξουθενώσει, μέχρι που ένιωσε ένα κύμα να σκάει μέσα του, αισθάνθηκε το δέρμα του να γίνεται ρευστό και να φεύγει από πάνω του, τη σάρκα του να γίνεται ρευστή και να φεύγει από πάνω του, τα οστά του να γίνονται ρευστά και να φεύγουν από πάνω του, άπλωσε τα άυλα χέρια του, έτσι τα ένοιωθε, στον ουρανό και άρχισε να κάνει κύκλους γύρω από τον εαυτό του, σήκωσε το ένα πόδι του, τινάχτηκε πάνω στο άλλο και μετά άρχισε να στροβιλίζεται και να χοροπηδάει σε ένα εσωτερικό ρυθμό, πορευόταν χορεύοντας πάνω στο πεζοδρόμιο, κατέβαινε στο δρόμο και τα αυτοκίνητα κορνάριζαν, περιστρεφόταν σαν δερβίσης, οι άνθρωποι τον κοιτούσαν παραξενεμένοι, παραζαλισμένοι, μορφωμένοι, παραμορφωμένοι, κάποιος τον ακολούθησε, χόρευαν και οι δυο στο πεζοδρόμιο, στο δρόμο, μπήκαν σε ένα πάρκινγκ και ξαναξεχύθηκαν στο δρόμο, τους ακολούθησαν και άλλοι, σε λίγο μαζεύτηκαν πλήθος οι χορευτές, δεκάδες άνθρωποι, δεκάδες χορευτές, ο καθένας στο δικό του εσωτερικό ρυθμό, είχαν γεμίσει τα πεζοδρόμια, κατέβαιναν στο δρόμο, χοροπηδώντας και στροβιλιζόμενοι, παρασέρνοντας όλο και περισσότερους στο διάβα τους, κάποιοι άρχισαν να εγκαταλείπουν τα αυτοκίνητά τους, η κυκλοφορία σταμάτησε και ο χείμαρος των χορευτών όλο και μεγάλωνε, παρασέρνοντας όλο και περισσότερους στο διάβα του, φουσκώνοντας όλο και περισσότερο, οι αρχές θορυβήθηκαν, μπλόκα στήθηκαν, μα αυτοί, σαν ανθρώπινο ποτάμι, που ήταν τώρα, ελίσσονταν, αν έβρισκαν εμπόδιο, έστριβαν σε γωνίες, δεν επικοινωνούσαν με κανέναν, τουλάχιστον όχι με λόγια λογικά, απλώς χόρευαν σιωπληλοί ή γελούσαν ή έβγαζαν άναρθρες κραυγές ή μερικοί τραγουδούσαν με ό,τι λόγια τους έρχονταν εκείνη τη στιγμή ή με λέξεις ακαταλαβίστικες και κανένας δεν ήξερε τι να τους κάνει, ακόμη και μερικούς αστυνομικούς είχαν παρασύρει από τα μπλόκα που τους είχαν στήσει και τώρα χόρευαν και αυτοί μαζί τους, μερικοί σείοντας γκλομπ και χειροπέδες στον αέρα, αδιαφορώντας για τις απειλές και τις αγριοφωνάρες των ανωτέρων τους, υπήρχαν και άνθρωποι σε αναπηρικά καροτσάκια ανάμεσά τους, που και αυτοί χόρευαν με το δικό τους τρόπο και ο χορός όλο και μεγάλωνε, όλο και μεγάλωνε, παρασέρνοντας πολλούς στο διάβα του…

(Απόσπασμα από τα χρονικά της παραφροσύνης και της αλλοφροσύνης του παράφρονος Αστικού Περαστικού, του Αθηναίου)
.
Υ.Γ> Λοιπόν, ποιος θα είναι ο πρώτος χορευτής, ποιος θα σύρει το χορό;

Σάββατο, Φεβρουαρίου 16, 2013

Ο πολεμιστής Μπούραμπ



Ο Μπούραμπ, ο πολεμιστής, μούτρο ήταν μεγάλο
Στη στέπα όλοι τον τρέμανε
Ήταν σκληρός και γάτος.

Πέμπτη, Φεβρουαρίου 07, 2013

Αχ, Ριχάρδε



Στου Μπόσγουορθ τα πεδινά, σφάξανε τον Ριχάρδο, βρε παιδιά,
Σφάξανε τον Ριχάρδο, βρε παιδιά, στου Μπόσγουορθ τα πεδινά,

Τέτοιο ντερβίσικο παιδί
το κλαίμε όλοι μας μαζί
σε ένα πάρκινγκ ήτανε θαμμένο, μοναχό και παραπονεμένο
τέτοιο ντερβίσικο παιδί

Δεν τον ξεχνάμε βρε παιδιά
το φίλο μας το Ριχάρδο
το φίλο μας το Ριχάρδο
τον βρήκαμε ξανά, βρε παιδιά

Δεν ξέρω πόσο τον δυσφήμισαν, οι άθλιοι οι Τυδώρ και τα τσιράκια τους ή πόσο κάθαρμα ήταν (λες και ο Ερίκος ο Η ήταν αγγελούδι), μα πολέμησε καλά στην τελευταία μάχη. Προδομένος, οδήγησε μια απελπισμένη τελευταία έφοδο, εναντίον του Ερίκου Τυδώρ. Οι χρονικογράφοι λένε ότι, παρά τη ζαβή ραχοκοκαλιά του, πολέμησε καλά. Γκρέμισε από το άλογό του τον πρωταθλητή στις κονταρομαχίες Τζον Τσένεϊ, σκότωσε τον σημαιοφόρο του Ερίκου, Γουίλιαμ Μπράντον, και έφτασε σε απόσταση σπαθιού από τον ίδιο τον Τυδώρ, που μετά τη μάχη βασίλευσε ως Ερίκος Ζ΄. Κάπου εκεί όμως τον περικύκλωσαν κάτι Ουαλοί, Τυδωριανοί, και το φάγαν το παιδί (32 χρονών ήτανε).

Ο απολογισμός των χρονικογράφων συμπίπτει, φαίνεται, με το αρχαιολογικό εύρημα. Ήταν ένας Ουαλός που τον κτύπησε στο πίσω μέρος του κεφαλιού με έναν λογχοπέλεκυ και, από ό,τι βλέπω, το κρανίο φέρει μια τέτοια πληγή. Δέκα πληγές ήταν συνολικά εμφανείς στα οστά του, οι περισσότερες στο κεφάλι. Κάποιο τσιράκι των Τυδώρ μάλλον (ή λέτε ο ίδιος ο Ερίκος;) φαίνεται ότι δεν άντεξε να μη βγάλει το σαδισμό του και τον κάρφωσε και στον ποπό, όπως μαρτυρά το σημάδι στην λεκάνη (…upward thrust of a weapon, through the buttock). Σκοτεινό πλάσμα ο άνθρωπος, δεν του φτάνει η νίκη, ξεσπά και στους νεκρούς.

Με όλη αυτή τη βία θυμήθηκα μια σκηνή της οποίας υπήρξα μάρτυρας πριν από μερικούς μήνες. Γυρνούσα από το νοσοκομείο, από ακτινοθεραπεία, περπατούσα μπροστά από τον ΟΤΕ, και έτυχα σε μια επιχείρηση της αστυνομίας για την εκδίωξη των μεταναστών- μικροπωλητών που είχαν τους πάγκους τους εκεί. ΟΚ μέχρι εδώ. Θυμάμαι έναν αστυνομικό να κρατάει έναν μαύρο με κεφαλοκλείδωμα και να του ρίχνει μια μπουνιά στον σώμα. Κοίταξα απορημένος, για μια στιγμή μου φάνηκε κάπως παιδικό/εφηβικό αυτό, αδυνατούσα να το δω ως πράξη ενηλίκου. Ο μαύρος μικροπωλητής κοιτούσε στωικά προς την κατεύθυνσή μου. Ο αστυνομικός μου θύμισε παιδί που κτυπά συμμαθητή του σε μια σχολική αυλή, στο διάλειμμα, λίγο πριν να κτυπήσει το κουδούνι για να ξαναρχίσει το μάθημα. Παρενέβη αμέσως μετά ο ανώτερος του συγκεκριμένου οργάνου, για να το επαναφέρει στην τάξη, «όχι εδώ, μπροστά στον κόσμο» (δηλ. πίσω από τον κόσμο τι γίνεται; Αφελής ερώτηση).

Πολύ βία, γενικά. Σκέφτομαι και αυτά τα εικοσάχρονα με τα καλάσνικοφ και τα πρόσωπά τους με τα σημάδια των κτυπημάτων των αστυνομικών. Θυμήθηκα ότι στην ηλικία τους ή κάπου εκεί φαντασιωνόμουνα κάποιες φορές ότι τα έβαζα με τον κόσμο, με τη σιχαμερή και μισητή κοινωνία, κρατώντας ένα όπλο στο χέρι και έχοντας μια αρμαθιά χειροβομβίδες, α, να μην ξεχάσω, και ένα περίστροφο ή κάψουλα υδροκυανίου, για να μη με πιάσουν ζωντανό. Αυτά μέχρι την επόμενη πράξη αυτοϊκανοποίησης. Τελικώς, το ξανασκέφτηκα, έβαλα την ουρά στα σκέλια και επέλεξα άλλη οδό, καλή ή κακή δεν ξέρω. Τι είναι αυτό που κάνει τη διαφορά μεταξύ φαντασίας και πράξης; Άκουσα κάπου ότι ο ένας από τους συλληφθέντες ήταν φίλος του Γρηγορόπουλου και μάρτυρας του φόνου του. Ίσως αυτό να κάνει τη διαφορά, το τραύμα, η σπορά και η συγκομιδή της βίας.

Now is the winter of our discontent… Έτσι ξεκινάει το έργο του Σαίξπηρ Ριχάρδος ο Τρίτος. Να είχε άραγε επίγνωση ότι και ο ίδιος ένας ηθοποιός ήταν που έπαιζε το ρόλο του στη σκηνή όπου διαδραματίζεται το ανθρώπινο δράμα ή να έζησε ταυτιζόμενος με αυτό που υποδυόταν, όπως η πλειονότητα των ανθρώπων; Κρίνοντας από όσα μαρτυρούνται για αυτόν, μάλλον το δεύτερο. Όπως και να έχει, έκανε και μερικά καλά.

Με αφορμή αυτό, αυτό.

Μια πηγή.


Όλα περιστάσεις που στροβιλίζονται γύρω από ένα μάτι κενότητας.

A horse, a horse, my kingdom for a horse.