- Ναι, αν και το μπλογκ του δεν τρωγότανε.
.
Πάντα τα καλοκαίρια ο θάνατος μυρίζει πιο βαριά.
Τουλάχιστον ησύχασε, σκέφθηκα. Ξαφνικά, σεισμός, τα μνήματα σείονται. Οι γραμμές του ηλεκτρικού περνούν δίπλα, ακριβώς έξω από τον τοίχο δίπλα στον οποίο είναι το μνήμα, σε μια γωνίτσα του νεκροταφείου. Οι ψαλμωδίες και οι θρήνοι, πνίγονται από το θόρυβο. Όλα είναι τόσο στριμωγμένα, το πλήθος είναι αναγκασμένο σχεδόν να στέκεται πάνω σε άλλα μνήματα. Το νεκροταφείο έχει την ίδια απουσία αισθητικής με αυτήν της πόλης. Μου θυμίζουν αυτοί οι τάφοι εισόδους πολυκατοικιών του εξήντα και του εβδομήντα. Η Κυψέλη και η Πλατεία Αμερικής των νεκρών, υπάρχουν ακόμη και πολυκατοικίες, τα κουτιά με τα οστά και τις γυναικούλες που τις βλέπω από μακριά κάτι να κάνουν, να συνεχίζουν να φροντίζουν και τώρα αυτούς που φρόντιζαν ζωντανούς. Καθάριζαν τα ρούχα, καθαρίζουν τώρα τα κόκαλα, για να μην ντρέπονται τους άλλους σκελετούς, «Τον Αντώνη μου τον είχα πάντα στην τρίχα». Υπερπληθυσμός και συνωστισμός ζωντανών, υπερπληθυσμός και συνωστισμός νεκρών. Παντού η αίσθηση ότι το μακάβριο εμπόριο του θανάτου κάνει θραύση, μια νοσηρή ατμόσφαιρα, μια νοσηρή αίσθηση ότι και στο θάνατό σου θα είσαι ένας μίζερος μικροαστός, πάντα ποίμνιο, εμπόρευμα και παίγνιο παπάδων και καπάτσων εμπόρων.
Πώς τη θέλετε την κηδεία, πώς θα είναι το φέρετρο, πόσο θα κρατήσετε τον τάφο, θα φυλάξετε τα οστά; Αγορά ακινήτων για ακίνητους. Τόσο το νοίκι, τόσο η αγορά, κηδειοδάνειο, ταφοδάνειο, πρέπει να μαζέψουμε το νοίκι του τάφου μη μας κάνουνε έξωση, αγωνία, τα λεφτά που μοιράζονται οι ζωντανοί με τους νεκρούς. Παντού γύρω εμποράκοι και έμποροι του θανάτου. Το πιο φυσιολογικό και απλό πράγμα του κόσμου έχει γίνει από την ανθρώπινη κοινωνία το πιο αρρωστημένο και σιχαμένο, καθρέπτης της δικής της αρρώστιας.
Σκεφτόμουνα για τον ιδανικό τρόπο διάθεσης των νεκρών, τουλάχιστον πέραν των οργάνων που χρησιμοποιούνται για μεταμοσχεύσεις. Η καύση σίγουρα πρέπει να επιτραπεί άνευ των περιορισμών που προσπαθεί να επιβάλει η εκκλησία, αλλά ούτε αυτή μου αρέσει. Πάει πολύ χρήσιμο υλικό χαμένο. Επιστρέφουν στη βασική τους μορφή τόσα συστατικά που δέθηκαν και κτίστηκαν σε πιο σύνθετες δομές, με τόση ενέργεια και κόπο, και που θα μπορούσαν να χρησιμεύσουν σε πολύ περισσότερα πλάσματα της πυραμίδας της ζωής.
Μερικές φορές φαντάζομαι την ιδανική διάθεση της σορού μου, όταν έλθει η ώρα μου:
α) Εγκατάλειψη σε ερημικό τόπο, στη φύση, για να φάνε κάτι τα δυστυχισμένα τα αγρίμια, τα πετούμενα, το σκουλήκι, το σκαθάρι. Η ταχύτερη μέθοδος για επιστροφή στη ζωή, για να δώσεις πίσω τα δανικά, για να παραχωρήσεις τη θέση σου και τα υλικά σου στον επόμενο. Να ανοίξεις φτερά, να κουνήσεις ανέμελα τα φύλλα σου στον άνεμο, να απλώσεις φτερούγες, να τρέξεις σε βουνοκορφές να κυνηγήσεις εκείνη την όμορφη λύκαινα, να αφήσεις μικρά ίχνη στο χώμα με τα έξι ή περισσότερα ποδάρια σου, να γίνει ίσως πάλι, κάποια στιγμή, ξανά άνθρωπος.
β) Ταφή στον κήπο της μονοκατοικίας που θα έχω αποκτήσει (όλοι οι άνθρωποι πρέπει να ζουν σε ένα σπιτάκι με κήπο, έτσι όπως τα ζωγραφίζαμε με το ένστικτό μας παιδιά, και ας μέναμε σε διαμέρισμα, να έχουμε γείτονα από κάτω μας τη γη και από πάνω μας τον ουρανό). Ένα μαντηλάκι στο πρόσωπο φτάνει, περισσότερο για τις ευαισθησίες των ζωντανών. Να γίνεσαι σιγά-σιγά χώμα και από πάνω να μοσχοβολάει ένα γιασεμί, να σκορπίζει ομορφιά μια τριανταφυλλιά, να δίνει νόστιμους και δροσερούς καρπούς ένα δέντρο.
γ) Ταφή στον αέρα, πλησιάζει στην την πρώτη επιλογή. Σε κάποια μέρη του Θιβέτ, είχα ακούσει κάποτε, όπου το χώμα και το ξύλο είναι σπάνια αγαθά, έχουν οι άνθρωποι συμφωνία με τα όρνεα. Σε πάνε σε μια μεγάλη πέτρα και σε ανοίγουνε, γύρω μαζεύονται τα πετούμενα. Οι μεζέδες μοιράζονται τελετουργικά, τα πουλιά διαλέγουνε ανάλογα με την ιεραρχία τους, τίποτα δεν πάει χαμένο, και τα οστά στο τέλος σπάνε με πέτρες, γίνονται πολτός με το μεδούλι και τα άλλα υπολείμματα και μοιράζονται. Δεν μένει τίποτα.
Πώς να γλιτώσεις όμως από τη μοίρα που περιγράφω στη αρχή; Ο θάνατος είναι προς το παρόν ακόμη μονοπώλιο των μαυροφορεμένων τσαρλατάνων. Θες δεν θες θα σε βάλουν στο μαντρί τους των νεκρών ή, σε ακραία περίπτωση, θα σε τιμωρήσουν για την απείθεια σου, βάζοντάς σε τιμωρία σε κάποια γωνιά του ή απ’ έξω, για να ζηλεύεις υποτίθεται τους από μέσα. Εγώ όμως δεν θέλω να είμαι πένθιμο πτώμα, σίγουρα δεν είναι φιλοδοξία μου να γίνω μούμια όπως ένας φαραώ ή να αγιάσω «άλιωτος» και να με βάλουν στη βιτρίνα ενός μοναστηριού, εγγύηση γνησιότητας του θρησκευτικού εμπορεύματος, θέλω να γίνει το σώμα μου γιορτή της φύσης, τσιμπούσι και πανηγύρι, θέλω να είμαι ένας χαρούμενος νεκρός.
...Σκουλήκια! Ω σύντροφοι, χωρίς αυτιά και μάτια, εμπρός!
Να ένας λεύτερος για σας, χαρούμενος νεκρός...
Τουλάχιστον ησύχασε, σκέφθηκα. Ξαφνικά, σεισμός, τα μνήματα σείονται. Οι γραμμές του ηλεκτρικού περνούν δίπλα, ακριβώς έξω από τον τοίχο δίπλα στον οποίο είναι το μνήμα, σε μια γωνίτσα του νεκροταφείου. Οι ψαλμωδίες και οι θρήνοι, πνίγονται από το θόρυβο. Όλα είναι τόσο στριμωγμένα, το πλήθος είναι αναγκασμένο σχεδόν να στέκεται πάνω σε άλλα μνήματα. Το νεκροταφείο έχει την ίδια απουσία αισθητικής με αυτήν της πόλης. Μου θυμίζουν αυτοί οι τάφοι εισόδους πολυκατοικιών του εξήντα και του εβδομήντα. Η Κυψέλη και η Πλατεία Αμερικής των νεκρών, υπάρχουν ακόμη και πολυκατοικίες, τα κουτιά με τα οστά και τις γυναικούλες που τις βλέπω από μακριά κάτι να κάνουν, να συνεχίζουν να φροντίζουν και τώρα αυτούς που φρόντιζαν ζωντανούς. Καθάριζαν τα ρούχα, καθαρίζουν τώρα τα κόκαλα, για να μην ντρέπονται τους άλλους σκελετούς, «Τον Αντώνη μου τον είχα πάντα στην τρίχα». Υπερπληθυσμός και συνωστισμός ζωντανών, υπερπληθυσμός και συνωστισμός νεκρών. Παντού η αίσθηση ότι το μακάβριο εμπόριο του θανάτου κάνει θραύση, μια νοσηρή ατμόσφαιρα, μια νοσηρή αίσθηση ότι και στο θάνατό σου θα είσαι ένας μίζερος μικροαστός, πάντα ποίμνιο, εμπόρευμα και παίγνιο παπάδων και καπάτσων εμπόρων.
Πώς τη θέλετε την κηδεία, πώς θα είναι το φέρετρο, πόσο θα κρατήσετε τον τάφο, θα φυλάξετε τα οστά; Αγορά ακινήτων για ακίνητους. Τόσο το νοίκι, τόσο η αγορά, κηδειοδάνειο, ταφοδάνειο, πρέπει να μαζέψουμε το νοίκι του τάφου μη μας κάνουνε έξωση, αγωνία, τα λεφτά που μοιράζονται οι ζωντανοί με τους νεκρούς. Παντού γύρω εμποράκοι και έμποροι του θανάτου. Το πιο φυσιολογικό και απλό πράγμα του κόσμου έχει γίνει από την ανθρώπινη κοινωνία το πιο αρρωστημένο και σιχαμένο, καθρέπτης της δικής της αρρώστιας.
Σκεφτόμουνα για τον ιδανικό τρόπο διάθεσης των νεκρών, τουλάχιστον πέραν των οργάνων που χρησιμοποιούνται για μεταμοσχεύσεις. Η καύση σίγουρα πρέπει να επιτραπεί άνευ των περιορισμών που προσπαθεί να επιβάλει η εκκλησία, αλλά ούτε αυτή μου αρέσει. Πάει πολύ χρήσιμο υλικό χαμένο. Επιστρέφουν στη βασική τους μορφή τόσα συστατικά που δέθηκαν και κτίστηκαν σε πιο σύνθετες δομές, με τόση ενέργεια και κόπο, και που θα μπορούσαν να χρησιμεύσουν σε πολύ περισσότερα πλάσματα της πυραμίδας της ζωής.
Μερικές φορές φαντάζομαι την ιδανική διάθεση της σορού μου, όταν έλθει η ώρα μου:
α) Εγκατάλειψη σε ερημικό τόπο, στη φύση, για να φάνε κάτι τα δυστυχισμένα τα αγρίμια, τα πετούμενα, το σκουλήκι, το σκαθάρι. Η ταχύτερη μέθοδος για επιστροφή στη ζωή, για να δώσεις πίσω τα δανικά, για να παραχωρήσεις τη θέση σου και τα υλικά σου στον επόμενο. Να ανοίξεις φτερά, να κουνήσεις ανέμελα τα φύλλα σου στον άνεμο, να απλώσεις φτερούγες, να τρέξεις σε βουνοκορφές να κυνηγήσεις εκείνη την όμορφη λύκαινα, να αφήσεις μικρά ίχνη στο χώμα με τα έξι ή περισσότερα ποδάρια σου, να γίνει ίσως πάλι, κάποια στιγμή, ξανά άνθρωπος.
β) Ταφή στον κήπο της μονοκατοικίας που θα έχω αποκτήσει (όλοι οι άνθρωποι πρέπει να ζουν σε ένα σπιτάκι με κήπο, έτσι όπως τα ζωγραφίζαμε με το ένστικτό μας παιδιά, και ας μέναμε σε διαμέρισμα, να έχουμε γείτονα από κάτω μας τη γη και από πάνω μας τον ουρανό). Ένα μαντηλάκι στο πρόσωπο φτάνει, περισσότερο για τις ευαισθησίες των ζωντανών. Να γίνεσαι σιγά-σιγά χώμα και από πάνω να μοσχοβολάει ένα γιασεμί, να σκορπίζει ομορφιά μια τριανταφυλλιά, να δίνει νόστιμους και δροσερούς καρπούς ένα δέντρο.
γ) Ταφή στον αέρα, πλησιάζει στην την πρώτη επιλογή. Σε κάποια μέρη του Θιβέτ, είχα ακούσει κάποτε, όπου το χώμα και το ξύλο είναι σπάνια αγαθά, έχουν οι άνθρωποι συμφωνία με τα όρνεα. Σε πάνε σε μια μεγάλη πέτρα και σε ανοίγουνε, γύρω μαζεύονται τα πετούμενα. Οι μεζέδες μοιράζονται τελετουργικά, τα πουλιά διαλέγουνε ανάλογα με την ιεραρχία τους, τίποτα δεν πάει χαμένο, και τα οστά στο τέλος σπάνε με πέτρες, γίνονται πολτός με το μεδούλι και τα άλλα υπολείμματα και μοιράζονται. Δεν μένει τίποτα.
Πώς να γλιτώσεις όμως από τη μοίρα που περιγράφω στη αρχή; Ο θάνατος είναι προς το παρόν ακόμη μονοπώλιο των μαυροφορεμένων τσαρλατάνων. Θες δεν θες θα σε βάλουν στο μαντρί τους των νεκρών ή, σε ακραία περίπτωση, θα σε τιμωρήσουν για την απείθεια σου, βάζοντάς σε τιμωρία σε κάποια γωνιά του ή απ’ έξω, για να ζηλεύεις υποτίθεται τους από μέσα. Εγώ όμως δεν θέλω να είμαι πένθιμο πτώμα, σίγουρα δεν είναι φιλοδοξία μου να γίνω μούμια όπως ένας φαραώ ή να αγιάσω «άλιωτος» και να με βάλουν στη βιτρίνα ενός μοναστηριού, εγγύηση γνησιότητας του θρησκευτικού εμπορεύματος, θέλω να γίνει το σώμα μου γιορτή της φύσης, τσιμπούσι και πανηγύρι, θέλω να είμαι ένας χαρούμενος νεκρός.
...Σκουλήκια! Ω σύντροφοι, χωρίς αυτιά και μάτια, εμπρός!
Να ένας λεύτερος για σας, χαρούμενος νεκρός...
(Από το ποίημα Ο Χαρούμενος Νεκρός του Μπωντλαιρ, από τη συλλογή ΤΑ ΑΝΘΗ ΤΟΥ ΚΑΚΟΥ, μετάφραση Γιώργη Σημηριώτη, εκδόσεις Γράμματα, 1991).
8 σχόλια:
Καύση... για μένα... τα ζωντανά τρέφονται ούτως ή άλλως, πάντα βρίσκουν...
Όχι απλά διαβαζότανε... αλλά και αγαπήθηκε... και η αγάπη για τις ιδέες είναι η ανώτερη αγάπη...
ps. Γλύψιμο για την εξεταστική... πως τα πήγα? :P
Γεια σου Γαϊδάρα, ευχαριστώ για τα καλά σου λόγια. Το διαβαζότανε στη λεζάντα το άλλαξα σε τρωγότανε, ελπίζω να μη σε ενόχλησε αυτό. Τα γλυψίματα... όχι, δεν θα το πω ;-P
καταπληκτικό το πόστ σου, είσαι πολύ ταλαντούχος.
GR
Σύμφωνω με τη gaidara. Προτιμώ να με κάψουνε και να ρίξουν τη στάχτη μου σε ένα λιβάδι. Δεν θέλω στη θάλασσα γιατί δεν μου αρέσει.
Δεν μπορώ την ταφή γιατί έχω κλειστοφοβία.
Το να δωρίσουμε το σώμα μας στην επιστήμη, πώς το βλέπεις;
Να κάνουν οι φοιτητές μάθημα ανατομίας; Δεν ακούγεται και άσχημο, ε;
Ψηφίζω αποτέφρωση - καθαρές δουλειές! Πιάνουμε και λιγότερο χώρο - ούτε οστά ούτε τίποτα!
Ωραία και η δωρεά στην επιστήμη, μόνο που εγώ είμαι ψυχοπονιάρα και προτίμησα να δωρίσω τα όργανά μου για μεταμόσχευση (τότε που έκανα τη δωρεά, μου είπαν ότι έπρεπε να διαλέξω ή το ένα ή το άλλο - φαίνεται μας θέλουν ολόκληρους στο ανατομείο, μην νομίσουν οι φοιτητές ότι υπάρχουν κι άνθρωποι χωρίς συκώτι!).
Ότι απομείνει θα πάει ίσια στο κρεματόριο - το έχω γράψει και στη διαθήκη μου. Θα προσθέσω να με βάλουν σε μια γλάστρα και να φυτέψουν ένα βασιλικό από πάνω.
έχει γινει κι αυτό μπίζνα....
αν ήξερες ότι ο νεκροθάφτης τα χρειάζεται τα λεφτά για να θρέψει την οικογένειά του, θα ένωθες καλύτερα?
Δεν με νοιαζει και πολυ τι θα γινει μετα τον θανατο μου - ας με φανε τα σκυλια.
Με εκνευριζει μερικες φορες οτι το παπαδαριο θα εκμεταλλευτει τον θανατο μου για να βγαλει (κι αλλα) λεφτα. Αν ποτέ επιλεξω τροπο ταφης, θα το κανω μονο με το κριτηριο να την σπασω στους παπαδες.
Ξανοιγεσαι με το πλοιο, διαλεγεις στον χαρτη ενα σημειο της θαλασσας που το βαθος ειναι απο 1500 μετρα και πανω και ανοιγεις τις βανες....
(αν εχεις ηδη πεθανει τοτε το εργο το αναλαμβανει εμπιστος φιλος που θα παρει ενα δευτερο πλοιο συνοδο, για να συνεχισει τον δρομο του).
Το κοστος της ανελκυσης ειναι μεγαλυτερο απο τα προσδοκωμενα κερδη τους, ετσι θα με αφησουν στην ησυχια μου. Στο πλοιο που θα ειναι η τελευταια μου κατοικια.
Αν ολα οσα πιστευω ειναι λαθος και αν τελικα αισθανομαστε κατι μετα τον θανατο, τοτε θα μου αρεσε να περασω τον υπολοιπο χρονο μου σε ενα πλοιο. Και αν με φανε, ας με φανε τουλαχιστον τα ψαρια, οχι τα σκουληκια.
Καλημέρα σας,
Ευχαριστώ, GR.
Zizugataki, σε βρίσκω πονηρή μετά θάνατον.
Αόρατη Μελάνη, καλή ιδέα ο βασιλικός, θα μοσχομυρίζεις και μπορεί να βάλουν τα φυλαράκια σου σε κανένα φαγητό.
Athinovio, τη δουλειά όλων τη σέβομαι, αλλά η κατάσταση που αντιλήφθηκα να επικρατεί στο νεκροταφείο δεν μου άρεσε καθόλου, ούτε η στάση και η συμπεριφορά των υπαλλήλων στην είσοδο. Και οι μαφιόζοι τις οικογένειές τους συντηρούν. Αυτό δεν είναι δικαιολογία. Παραδέχομαι πάντως ότι για πολλά από τα κακώς κείμενα την ευθύνη έχουν οι αρχές που διαχειρίζονται αυτούς τους χώρους και οι εκκλησιαστικές αρχές που στήνουν αυτό το εμπόριο που με ενοχλεί και με προσβάλλει βαθύτατα αισθητικά (η λέξει αισθητική για εμένα περικλείει και την ηθική) και όχι οι απλοί μισθοσυντήρητοι εργαζόμενοι που δεν έχουν (ή δεν θα έπρεπε να έχουν) καμία συναλλαγή με την οικογένεια του νεκρού άμεσα ή έμμεσα (μέσω του εργολάβου). Όλο αυτό που είδα με αηδίασε. Καλύτερα να με χώσουν σε ένα λάκκο με τη χαμηλότερη ταρίφα, αν δεν γίνεται αλλιώς, και να δώσουν τα χρήματα σε κάποιο φιλοζωικό σκοπό (είμαι μισάνθρωπος ως γνωστόν).
Dralion, και τα ψάρια καλά είναι, μου θυμίζει η προτίμησή σου τις ταφές στη θάλασσα των Βίκινγκ. Με τη διαφορά ότι εκείνοι καίγονταν στο πλοίο που ξανοιγόταν στη θάλασσα.
Δημοσίευση σχολίου