Ήταν Οκτώβριος πάλι, του 1993, που οι εκλογές, βουλευτικές τότε, με βρήκαν να υπηρετώ την πατρίδα. Στον στρατό είχα καταταγεί το καλοκαίρι και εκείνη την περίοδο ήμουν "αλφάς"* στη σχολή εφέδρων αξιωματικών της Λαμίας. Τον καιρό εκείνον τα εκλογικά τμήματα τα φρουρούσε ακόμη ο στρατός. Μετά λοιπόν από την επιφυλακή για τις εκλογές (κομμένες οι άδειες) είχαμε και αυτό το καθήκον. Μας ανακοινώθηκε ότι θα φυλούσαμε εκλογικά τμήματα στην Ευρυτανία, θα μας μοίραζαν εκεί με τα ΡΕΟ στα διάφορα εκλογικά τμήματα και θα μέναμε εκεί για 2 ή 3 ημέρες.
Όταν έφτασε η καθορισμένη μέρα αναχώρησης, Παρασκευή μάλλον, καθώς οι εκλογές γίνονται πάντα Κυριακή, μας μοιράστηκαν στρατιωτικές μερίδες, φορτωθήκαμε στα ΡΕΟ και αναχωρήσαμε, όχι χωρίς διάθεση για χαβαλέ και με τον ενθουσιασμό μιας εκδρομής, μετά από την κλεισούρα τόσων εβδομάδων στο στρατόπεδο "...εσύ κοιμάσαι μ' άλλονε και εγώ με τον λοχία..." έλεγε το γνωστό σε όλους τους στρατευμένους τραγουδάκι. Ξεκινήσαμε χαρούμενοι μέσα στο ΡΕΟ, με πλάκες και πειράγματα, μέχρι που μετά από κάποια ώρα, αφού από το νομό Φθιώτιδας φτάσαμε στο νομό Ευρυτανίας, αρχίσαμε να αραιώνουμε, καθώς άρχισε η διανομή μας στα εκλογικά τμήματα. Στην αρχή ξεκινήσαμε από κωμοπόλεις, συνεχίσαμε σε μεγάλα χωριά, σε μικρότερα χωριά, σε χωριουδάκια, με το τοπίο να γίνεται όλο και πιο όμορφο, όλο και πιο ορεινό, όλο και πιο άγριο και ατιθάσευτο, μέχρι που στο όχημα, στην καρότσα, μείναμε μόνο εγώ και ένας "βητάς"*, ο Χ, καλό παιδί θυμάμαι, από την Κρήτη, τον τόπο και των γονιών μου.
Είχαμε πλέον αρχίσει να αναρωτιόμαστε σοβαρά πού μας πήγαιναν. Πραγματικά, είχαν περάσει ώρες που το όχημα αγκομαχούσε σε κακοτράχαλους δρόμους, ανεβοκατεβαίνοντας σε βουνά, έχοντας αφήσει πίσω και τους τελευταίους από τους υπόλοιπους συντρόφους μας. Το όχημα άρχισε κάποια στιγμή να κινείται κατηφορικά, αυτή τη φορά σε δύσβατο μονοπάτι, όλο βράχια. Οι κραδασμοί ήταν μεγάλοι και στις στροφές οι κλυδωνισμοί έντονοι. Με δυσκολία μέναμε στις θέσεις μας και κάποια στιγμή, το όχημα κτύπησε σε ένα μεγάλο κλαδί μα αποτέλεσμα να σπάσει κάποιο ξύλο και να παραμορφωθεί η κουκούλα. "Γάμα τα με κεφαλαία γράμματα!" ξέσπασε ο Ξ "μα πού μας πάνε;". Εγώ παρά το "κοπάνισμα" είχα μια περίεργη διάθεση, κουρασμένος ίσως και από το πολύωρο ταξίδι, παρατηρώντας αυτή την οργιώδη φύση που όμοιά της νομίζω ότι πρώτη φορά αντίκριζα, άρχισα να προσέχω από την πίσω, ανοικτή πλευρά του οχήματος, μέσα στη βλάστηση, μήπως διακρίνω κάποια νύμφη ή κανέναν σάτυρο με το σουραύλι του να μας κοιτάζουν περιπαιχτικά.
Μετά από μακρά κατάβαση, διάρκειας περίπου 2 ωρών, φτάσαμε επιτέλους στον προορισμό μας. Ήμαστε πλέον πολύ χαμηλά μέσα στην κοιλάδα, σε ένα μικρό οικισμό - δύο ή τρεις κατοικίες και μία εκκλησία με νεκροταφείο, η οποία βρισκόταν σε μια προεξοχή πάνω από ένα ποτάμι που βοούσε και το οποίο ήταν αόρατο μέσα στη βλάστηση και μόνο από τον υπόκωφο ήχο του γινόταν αντιληπτό σε εμάς, καθώς ξεχυνόταν από τα σπλάχνα της γης. Μας υποδέχθηκαν εκεί ένας γέρος και μια γραία, ανδρόγυνο, που κάτι μας φίλεψαν από τα δικά τους πενιχρά, κατάλαβα, αποθέματα και μας απήντησαν στην εύλογη απορία μας περί του ποιος θα ερχόταν να ψηφίσει εδώ λέγοντάς μας ότι την ημέρα των εκλογών θα κατέφθανε ικανό πλήθος από άλλα χωριά, αλλά και πόλεις από όλη την επικράτεια.
Μας έδειξαν το χώρο όπου θα μέναμε. Ήταν ένα δωμάτιο πρόχειρης κατασκευής, πιο πέρα, που, όπως μας είπαν, κάποτε ήταν αποθήκη για το σχολείο (άλλο ένα δωμάτιο σε μικρή απόσταση, πιο καλά κτισμένο), όπως μαρτυρούσαν και τα διάφορα υλικά που βρίσκονταν μέσα σε αυτό, ένας μαυροπίνακας, μια υδρόγειος, τρία ή τέσσερα θρανία. Το καλό ήταν ότι υπήρχαν και δύο ντιβανάκια που θα μπορούσαμε να χρησιμοποιήσουμε. Τον ρόλο της τουαλέτας θα ανελάμβαναν οι παρακείμενοι θάμνοι και όσο για νερό... αυτό πήγαζε σιγά, σιγά, όχι από κάποια βρύση, αλλά κατευθείαν από το βράχο. Αυτό ήταν κάτι που πρώτη φορά έβλεπα, καθώς ακόμη και στις εκδρομές είχα συνηθίσει να θεωρώ ως "πηγή" διάφορες κατασκευές με κρουνούς για την καλύτερη εξυπηρέτηση των τουριστών. Αυτό που μου έκανε ιδιαίτερη εντύπωση ήταν ένα τεράστιο δέντρο έξω από την είσοδο του δωματίου μας. Ένα πλατάνι που θα χρειάζονταν πολλοί άνθρωποι για να το αγκαλιάσουν. Από την αρχή αυτό το δέντρο μου φάνηκε συμπαθής τύπος, καθώς μοιραζόταν πρόθυμα την αρχαία σοφία του με κάθε θρόισμα των φύλλων του.
Το μέρος αυτό πρέπει σκέφτηκα ότι ήταν ιδανικό κρησφύγετο για ανταρτοπόλεμο, καθώς μετά από μία ώρα και περισσότερο ακούγαμε ακόμη το ΡΕΟ, που αυτή τη φορά αγκομαχούσε στην ανηφόρα εκατοντάδες μέτρα ψηλότερα. Καμία περίπτωση αιφνιδιασμού, τουλάχιστον από μηχανοκίνητες δυνάμεις. Αφού βολευτήκαμε, όπως - όπως, μείναμε εμείς και η γαλήνη, ή μάλλον οι ήχοι, της φύσης. Ανοίξαμε τις μερίδες μας, φάγαμε, συζητήσαμε και ξεκουραστήκαμε, χαλαρώνοντας σωματικά και ψυχικά, τόσο μακριά πλέον, έτσι έμοιαζε, από κάθε δομή εξουσίας και την ίδια την ανθρώπινη κοινωνία και τους θεσμούς της. Δεν θυμάμαι αν είχα κάποιο βιβλίο, αλλά και αν είχα ελάχιστα ή καθόλου θα ασχολήθηκα μαζί του. Υπήρχαν τόσα πολλά να δω εκεί, το περιβάλλον με είχε συνεπάρει, όπως και οι μυστικοί διάλογοι με το μεγάλο δέντρο. Αισθάνθηκα κάτω από το φυλλωσιά αυτού του δέντρου πραγματικά μέχρι τα βάθη της ύπαρξής μου το θαύμα της μετατροπής του χώματος σε ζωή, αρκεί να υπάρχει ο Λόγος, το σπέρμα με τις περιελισσόμενες αλυσίδες του DNA που, κάτω από τη ζέστη και το φως του ήλιου, με λίγο νερό, θα πάρει το χώμα για να κτίσει το σώμα αυτού του υπεραιωνόβιου δεντροβασιλιά. Η ζωή ως πληροφορία και αλγόριθμος που δομεί την ύλη. Από ένα τόσο δα σποράκι και πολύ χώμα... από αυτό που είμαστε φτιαγμένοι και όλοι μας δηλαδή. Αυτά και άλλα συζητούσα με το φίλο μου το δέντρο.
Τη νύχτα, ξαπλώσαμε για να κοιμηθούμε ακούγοντας τα νυχτερινά τραγούδια των αγριμιών που είχανε πιάσει το χορό της ζωής και του θανάτου. Ειδικός στην πανίδα της Ευρυτανίας δεν είμαι, αλλά από τους σκοτεινούς όγκους που μας περιέβαλλαν ακουγόντουσαν μακρόσυρτα ουρλιαχτά, σαν αυτά που ακούγονται σε θρίλερ και περιπέτειες στην Άγρια Δύση. Ο Χ δυσανασχετούσε (αγροτόπαιδο μάλιστα) και τον άκουγα να μουρμουράει και να μισο-κλαψουρίζει για το πότε θα μας πάρουνε επιτέλους από αυτή την ερημιά (φυσικά, ηλεκτρικό δεν είχαμε). Αντιθέτως, εγώ είχα μαγευτεί τόσο από εκείνο το περιβάλλον που δεν έδινα καμία σημασία - ίσως να μου πέρασε και μια-δυο φορές η σκέψη να βγω έξω και να τρέξω να συναντήσω αυτά τα άγρια-άγια αδέλφια μου - μειδιώ τώρα, ίσως να υπερβάλλω κάπως, είναι και αυτό το κονιακάκι που έχω δίπλα μου. Πάντως, θα ήταν δύσκολο να μη γίνει παγανιστής κάποιος σε ένα τέτοιο μέρος.
Η επόμενη ημέρα ήταν υπέροχη, ξεκίνησα με ξύρισμα με το νερό που έτρεχε από το βράχο, χωρίς σαπουνάδα, και κύλησε με ευχάριστες μικροασχολίες, χαλάρωση, μικρές βόλτες και τους αγαπημένους μου διαλογισμούς. Το απόγευμα, έφτασε ο δικαστικός αντιπρόσωπος, μεσήλικας δικηγόρος που ήξερε την περιοχή, ευχάριστος τύπος. Τα είπαμε λίγο και εκείνος βολεύτηκε κάπου αλλού για να διανυκτερεύσει. Ίσως να τον φιλοξένησε το ζευγάρι τον ηλικιωμένων.
Την ημέρα των εκλογών συμφωνήσαμε με τον Χ για το πώς θα φυλάξουμε το τμήμα, σε βάρδιες. Με τη σειρά μου, ντύθηκα, "στολίστηκα" με το κράνος, την εξάρτυση και το όπλο μου (σωστός θεός του πολέμου) και εμφανίστηκα καμαρωτός στην είσοδο του εκλογικού τμήματος (αφού πρώτα είχαμε αντιληφθεί ότι κατέφθαναν οι εκλογείς με τα οχήματά τους). Ο δικαστικός αντιπρόσωπος βέβαια και οι εκλογείς παραλίγο να πέσουν κάτω από τα γέλια μόλις μας είδαν με τα όπλα παρά πόδα. Μας είπαν να αφήσουμε τα όπλα στην άκρη και απλώς την "αράξαμε" στις καρέκλες εκεί, βοηθώντας και όπου χρειαζόταν στη διαδικασία. Κάποια στιγμή ψηφίσαμε και εμείς και το βράδυ βοηθήσαμε και στην καταμέτρηση. Αν θυμάμαι καλά, πρέπει να υπήρχε τηλέφωνο και τα αποτελέσματα μεταδόθηκαν με αυτό τον τρόπο.
Το επόμενο πρωί έκανε την εμφάνισή του το ΡΕΟ. "Οι τελευταίοι έσονται πρώτοι", ήμαστε οι πρώτοι που θα παραλάμβανε, όπως ήμαστε και οι τελευταίοι που άφησε. Αποχαιρέτισα το φίλο μου το δέντρο ακουμπώντας τον κορμό του και επιβιβάστηκα μαζί με τον Χ, ο οποίος έδειχνε αρκετά ανακουφισμένος. Πήραμε το δρόμο της επιστροφής στον πολιτισμό, μαζεύοντας και τους άλλους στη διαδρομή μας, αφήνοντας πίσω τα όμορφα βουνά της Ευρυτανίας και τις πλέον αξιομνημόνευτες εκλογές της ζωής μου, τουλάχιστον μέχρι σήμερα.
* "άλφα/αλφάδες", "βήτα/βητάδες", ο πρώτος όρος αναφέρεται σε όσους βρίσκονται στους δύο πρώτους μήνες φοίτησης στη σχολή εφέδρων αξιωματικών και ο δεύτερος όρος αναφέρεται σε όσους βρίσκονται στους επόμενους δύο - και τελευταίους - μήνες. Οι άλφα και οι βήτα είναι δηλαδή δύο διαδοχικές σειρές. Οι βήτα υποτίθεται ότι εκπαιδεύουν, επιβλέπουν και, χμ, χμ, καψωνάρουν τους άλφα, προς σκληραγώγησιν και χαλύβδωσιν του χαρακτήρος των. Για κάθε άλφα καθορίζεται και ένας βήτα που τον επιβλέπει, αυτοί ονομάζονται "πατέρας" (ο βήτα) και "γιος" (ο άλφα). Τουλάχιστον αυτά ίσχυαν την εποχή μου.
10 σχόλια:
Μπράβο, μπράβο Περαστικέ μου που υπηρέτησες τον Κοινοβουλευτισμό με τέτοια ευσυνειδησία και περισσότερο μπράβο για την γνωριμία με τον, "φίλο σου το δέντρο"!
Καλησπέρα Kyrallina, ευχαριστώ δια τους επαίνους :)
Δεν ξαναπήγες μετά τη θητεία;
Καλημέρα Cyrusgeo, δυστυχώ όχι, αν και ξαναεπισκέφθηκα την Ευρυτανία έκτοτε. Το δρόμο θα ήταν αδύνατο να τον θυμηθώ, ιδίως έτσι όπως τον έβλεπα από το πίσω μέρος του ΡΕΟ, επίσης, θα χρειαζόταν αγροτικό όχημα ή 4x4 και, το σημαντικότερο, όσο και αν ντρέπομαι να το ομολογήσω, έχω ξεχάσει εντελώς το όνομα. Θα μείνει ένας τόπος της φαντασίας και της μνήμης μου μιας ιδιαίτερης περιόδου της ζωής μου.
εγώ ένα έχω να ρωτήσω.... τι κονιάκ πίνεις??? :D
μου άρεσε ιδιαίτερα το κειμενό σου μιας που έχω ακούσει ιστορίες άπειρες για τον στρατό απο φίλους και έχω μια οικειότητα με το θέμα :P
... πολύ θα ήθελα να έβλεπα τον φίλο σου το δέντρο...
Καλημέρα Γαϊδάρα, είναι συχνή ανδρική "νόσος" η πολυλογία για το στρατό, ιδίως τα πρώτα χρόνια μετά. :)
Τα βουνά τ'ανακάλυψα μεγάλος κι αν και μου προξενούν ελαφρά δύσπνοια μετά από μερικές μέρες ( μου περνάει αν δω έστω κι από ψηλά, θάλασσα) έχω μαγευτεί αφενός με τη φύση αλλά και με τη διαπίστωση του πόσο διαφορετικά κυλάει ο χρόνος σε κάθε αγροτική περιοχή. Διαφορετικά είναι σ'ενα παραθαλάσσιο χωριό, διαφορετικά στην έρημο, διαφορετικά στο βουνό.
Πολύ πρωτότυπη διαπίστωση, θα πείτε. Ε για να γίνει έπρεπε να πάρω τα όρη.
Καλησπέρα Αθήναιε, συμφωνώ με τη διαπίστωση. Ιδανικά, δεν θα ήθελα να απέχω πολύ ούτε από το βουνό ούτε από τη θάλασσα.
"Η ζωή ως πληροφορία και αλγόριθμος που δομεί την ύλη."
Και ΜΟΝΟ γι' αυτό ...υποκλίνομαι!
(αν και ΟΛΟ ήταν ένα αριστούργημα)
Γράφεις υπέροχα - σα να το ζούσα...
Ευχαριστώ Mickey.
Δημοσίευση σχολίου