Όταν ήταν μικρός είχε πάντα ένα φόβο όταν έσβηνε το φως και έμενε μόνος του στο δωμάτιό του το βράδυ. Αυτό που φοβόταν περισσότερο ήταν η ντουλάπα που τη μέρα περιείχε τα ρούχα του, αλλά ποιος ξέρει τι να έκρυβε τη νύχτα στη μαύρη άβυσσό της. Τι θα γινόταν αν η πόρτα της άνοιγε στο σκοτάδι και ξεχυνόταν έξω κάποια άγνωστη φρίκη; Πόσο τρομοκρατούνταν όταν κάποια φορά, πριν να τον πάρει ο ύπνος, την άκουγε να τρίζει ή, ακόμη χειρότερα, άκουγε κάποιο ήχο, κάποιο ρούχο ή κρεμάστρα που μετακινούνταν στο εσωτερικό της. Κουκουλωνόταν τότε με τα σκεπάσματα και έκλεινε σφιχτά τα μάτια. Το πρωί, η ντουλάπα γινόταν πάλι απλώς η ντουλάπα, που περιείχε τα ρούχα του για το σχολείο. Όταν μεγάλωσε, έπαψε να φοβάται το σκοτάδι και έμαθε να φοβάται αυτά που γίνονται την ημέρα και με δυνατά φώτα. Αυτή τη φορά ο φόβος του ήταν δικαιολογημένος. Σιγά, σιγά, πρώτα πούλησε τον εαυτό του και μετά άρχισε να αγοράζει και να πουλάει άλλους.
Ένα βράδυ είδε έναν εφιάλτη. Ήταν σε ένα σκοτεινό, κλειστοφοβικό μέρος, σχεδόν δεν μπορούσε να ανασάνει. Νόμισε ότι ήταν σε φέρετρο και τον είχαν θάψει ζωντανό. Με πολλή προσπάθεια και σπρώχνοντας με όλη του τη δύναμη, κατάφερε να ανοίξει κάτι σαν πόρτα. Βγήκε έξω και βρέθηκε σε ένα παιδικό δωμάτιο. Ένα μικρό αγόρι ήταν ολόκληρο σκεπασμένο με το πάπλωμα στο κρεβάτι. Μπορούσε να διακρίνει τα μικρά δάκτυλά του να σφίγγουν το πάπλωμα. Στο λιγοστό φως που έμπαινε από το παράθυρο κοίταξε γύρω, τα παιχνίδια, τις αφίσες, το παιδικό γραφείο, την τσάντα πάνω στην καρέκλα του γραφείου, που περιείχε τα βιβλία και τα τετράδια, έτοιμα για τα μαθήματα της επόμενης μέρας στο σχολείο. Σίγουρα στο διπλανό δωμάτιο κοιμόντουσαν οι γονείς του, μερικές δεκαετίες νεότεροι. Στάθηκε για λίγο σκεπτικός πάνω από το παιδικό κρεβάτι. Στράφηκε και επέστρεψε στην σκοτεινή ντουλάπα από όπου είχε βγει, κλείνοντας όσο πιο αθόρυβα μπορούσε την πόρτα. Επιτέλους, είχε μάθει ποιος ήταν ο μπαμπούλας.
Ένα βράδυ είδε έναν εφιάλτη. Ήταν σε ένα σκοτεινό, κλειστοφοβικό μέρος, σχεδόν δεν μπορούσε να ανασάνει. Νόμισε ότι ήταν σε φέρετρο και τον είχαν θάψει ζωντανό. Με πολλή προσπάθεια και σπρώχνοντας με όλη του τη δύναμη, κατάφερε να ανοίξει κάτι σαν πόρτα. Βγήκε έξω και βρέθηκε σε ένα παιδικό δωμάτιο. Ένα μικρό αγόρι ήταν ολόκληρο σκεπασμένο με το πάπλωμα στο κρεβάτι. Μπορούσε να διακρίνει τα μικρά δάκτυλά του να σφίγγουν το πάπλωμα. Στο λιγοστό φως που έμπαινε από το παράθυρο κοίταξε γύρω, τα παιχνίδια, τις αφίσες, το παιδικό γραφείο, την τσάντα πάνω στην καρέκλα του γραφείου, που περιείχε τα βιβλία και τα τετράδια, έτοιμα για τα μαθήματα της επόμενης μέρας στο σχολείο. Σίγουρα στο διπλανό δωμάτιο κοιμόντουσαν οι γονείς του, μερικές δεκαετίες νεότεροι. Στάθηκε για λίγο σκεπτικός πάνω από το παιδικό κρεβάτι. Στράφηκε και επέστρεψε στην σκοτεινή ντουλάπα από όπου είχε βγει, κλείνοντας όσο πιο αθόρυβα μπορούσε την πόρτα. Επιτέλους, είχε μάθει ποιος ήταν ο μπαμπούλας.
7 σχόλια:
Δεν ξερω τι συμβαινει...αυτη τη στιγμη ζωγραφισες ακριβως το χειροτερο παιδικο μου φοβο:το χερι που βγαινει απ τη ντουλαπα ετοιμο να με αρπαξει.Προφανως δεν ειχα το μονοπωλιο στη συγκεκριμενη φοβια!Περασαν πολλα χρονια για να το ξεπερασω...(τωρα τελευταια εισαι μες στο κεφαλι μου ή οι συμπτωσεις ειναι τοσο σατανικες?)
Γεια σου Nelly, χο χο, ό,τι προτιμάς. Ειλικρινά πάντως, δεν νομίζω ότι τέτοια πράγματα είναι τόσο ασυνήθιστα.
Καλημέρα,
πολύ καλό :)
Μου θύμισε λίγο το Monsters Inc, αλλά σε διασκευή Tim Burton. Να ΄σαι καλά και καλή εβδομάδα
Ευχαριστώ Διόνα, νά 'σαι καλά και εσύ Φλύαρος.
Βγαίνει ένα τέρας μαγικό
από τα βάθη του μυαλού σου, του μυαλού σου
Και κάνει σκόνη ό,τι βρει
ό,τι κι αν θέλεις το σκοτώνει, το σκοτώνει
Σου δίνει πάθος για αρχή
κι η πιο γλυκιά σου επιθυμία
γίνεται αστεία
Τρώει και πίνει μέσα σου
φωνάζει όταν θα μεθύσει
χορό θ’αρχίσει
Κι όταν μεγαλώσει θα σταθεί μπροστά
θα πάρει τη μορφή σου
θα σ’ έχει από κοντά
κίτρινες οι σκέψεις του κι ίσως να σου πει δικέ μου ό,τι βλέπεις είσαι εσύ
οναρ
Ωραίο, Stilvi
Δημοσίευση σχολίου