Τρίτη, Οκτωβρίου 30, 2007

Η των Αθηνών καταστροφή ή η περιπλάνηση ενός ασχέτου

Σε μια έκθεση πάντα υπάρχει κάτι ενδιαφέρον όταν έχεις τα μάτια σου ανοικτά.

Πώς μπορεί να καταστρέψει κάποιος την Αθήνα; Ακόμη και αν βομβαρδίσεις αυτή την πόλη, το αποτέλεσμα ενδέχεται να είναι αισθητικά καλύτερο από την υπάρχουσα κατάσταση.

Το μεσημέρι της Κυριακής, μετά από ένα καλό γεύμα, μετά οινοποσίας και τσικουδοποσίας, αλλά και με περίεργη διάθεση εξαιτίας κάποιων ειδήσεων, αποφάσισα να κάνω ένα μεγάλο περίπατο, επισκεπτόμενος και την Destroy Athens. Η σχέση μου με τη σύγχρονη τέχνη είναι ανύπαρκτη. Τα ενδιαφέροντά μου στη ζωγραφική φτάνουν περίπου μέχρι τον 19ο αιώνα ενώ οι σύγχρονοι καλλιτέχνες που με ενδιαφέρουν είναι περισσότερο εικονογράφοι ή σχεδιαστές κόμικ. Ξεκίνησα λοιπόν με πολύ χαμηλές προσδοκίες και με μια διάθεση «άντε να κάνουμε ένα περίπατο και να δούμε και αυτό το φρούτο». Στην καλύτερη περίπτωση περίμενα μια μικρή περιπέτεια, όπως όταν έρχεσαι σε πρώτη επαφή με κάτι άγνωστο. Δεν απογοητεύτηκα. Έζησα μια μαγική εμπειρία εξερεύνησης, σε ένα ονειρικό περιβάλλον. Δεν ξέρω πόσο μέρος αυτής της εμπειρίας οφειλόταν στο χώρο και πόσο στα ίδια τα έργα, αλλά πέρασα πολύ καλά. Ένοιωσα ένα ξάφνιασμα που με απομάκρυνε από την καθημερινή, τετριμμένη αντίληψη της πραγματικότητας (η κατάρα του ανθρώπου), πράγμα που σε κάθε περίπτωση είναι το ζητούμενο, δεν θα πω αυστηρά της τέχνης, αλλά κάθε ψυχαγωγικής - μυητικής εμπειρίας.

Και πράγματι, ο χώρος είναι σαν ένας λαβύρινθος, σκοτεινοί διάδρομοι και μαύρα παραπετάσματα συνδέουν τους χώρους ή σε οδηγούν σε δωμάτια όπου προβάλλονται βίντεο (π.χ. πόσο ατμοσφαιρικό το βίντεο του Olaf Nicolai με την παρουσίαση της κατοικίας Ροδάκη με τις απόκοσμες πέτρινες μορφές της), ναοί με αναρχικές αγιογραφίες (Στέλιος Φαϊτάκης) και σαν εικόνισμα μια ζωγραφιά του Πικάσο, όμορφες ακουαρέλες και σχέδια (John Kleckner) που με ενθουσίασαν καθώς δεν τα περίμενα. Χώροι με ακουστικά όπου μπορεί κάποιος να παρακολουθήσει ντοκιμαντέρ για την ελληνικότητα, με συνεντεύξεις από ανθρώπους όπως ο Κορνήλιος Καστοριάδης και άλλους Έλληνες και ξένους διανοούμενους. Κατασκευές που δένουν με τον απόκοσμο χώρο του εργοστασίου, με τις ράγες που ξεκινούν και καταλήγουν στο πουθενά, τα παράξενα μηχανήματα, με τον υποβλητικό φωτισμό, με τις περίεργες αλλαγές στη χροιά του ήχου.

Η ατμόσφαιρα μεταβάλλεται συνεχώς, τη μια νομίζεις ότι ζεις στις σελίδες ενός κόμικ, την άλλη ότι διασχίζεις κάτι σαν τούνελ του τρόμου σε ένα λούνα παρκ και την άλλη ότι βρίσκεσαι σε ένα όνειρο ή σε έναν εφιάλτη. Πόση εντύπωση μου προκάλεσε η έκθεση με τις επινοήσεις των φυλακισμένων για να αντιμετωπίζουν κάθε είδους ανάγκες (από μολυβοθήκες, αυτοσχέδιους βραστήρες και βελόνες τατουάζ μέχρι και κατασκευή από πλαστικές σακούλες που μοιάζει με ανθρώπινα οπίσθια για τη χρήση που αντιλαμβάνεστε). Η αναπαράσταση σε φυσικό μέγεθος του κελιού κάποιων φυλακών της Καλιφόρνια ήταν νομίζω το σκοτεινότερο σημείο της έκθεσης. Τόλμησα να μπω μέσα και αισθάνθηκα τις τρίχες στο σβέρκο μου να ορθώνονται και για μια στιγμή φοβήθηκα ότι είχα περάσει σε μια εναλλακτική πραγματικότητα και να, τώρα θα εμφανιζόταν και ο δεσμοφύλακας ή θα άκουγα τη φωνή του συγκρατούμενου μου (τέτοια αίσθηση του τι μπορεί να σημαίνει φυλακή δεν έχω πάρει από κανένα κινηματογραφικό έργο για φυλακές). Έφυγα από αυτό το χώρο ανακουφισμένος, αλλά και με μια νέα εμπειρία.

Αλλά και τι ωραίες οι στιγμές της κάθαρσης, τι χαλαρωτικό και ερωτικό το βίντεο με τις βόρειες καλλονές που χόρευαν, έκαναν κούνια και έπαιζαν σε ειδυλλιακά τοπία, ανέμελα όπως οι νύμφες (χωρίς ίχνος γυμνού). Αισθάνθηκα σαν παιδί σε λούνα παρκ. Δεν μπορούσα να ξεκολλήσω. Ήθελα να εξερευνήσω και να ανακαλύψω τα πάντα, κάθε γωνιά αυτού του λαβύρινθου (να, σε μια γωνιά, στο τέλος ενός διαδρόμου, τοποθετημένη χαμηλά, στο ύψος των ποδιών, μια οθόνη προβάλλει κάτι πόδια να παίζουν μπάλα), και ας είχα πάντα την αίσθηση ότι σε κάποια στροφή του, σε κάποια σκοτεινή γωνία, ανάμεσα σε αυτά τα μηχανήματα και τις εγκαταστάσεις που έμοιαζαν να είχαν βγει από έργο του H.R.Giger, μπορεί να ενέδρευε και ο Μινώταυρος. Είχα πάντα την αίσθηση ότι έκανα παράλληλα μια εσωτερική διαδρομή.

Έμεινα στην έκθεση περισσότερες από τέσσερις ώρες, όχι μόνο λόγω δικού μου ενδιαφέροντος, αλλά και λόγω μεγέθους. Ευτυχώς κάποιες φορές καθόμουν. Πραγματικά δεν έχω χρόνο να αναφερθώ σε όλα όσα με εντυπωσίασαν. Σίγουρα όλα τα εκθέματα δεν ήταν της ίδιας αξίας και υποψιάζομαι ότι αυτό που δημιουργούσε την υποβλητική ατμόσφαιρα ήταν το σύνολο και η αίσθηση των έργων σε συνδυασμό με το χώρο. Κάποια στιγμή σκέφτηκα ότι αν στο μέλλον υπάρξει μια αφηρημένη θρησκεία του ιερού, της πνευματικότητας, της εσωτερικής αναζήτησης, απαλλαγμένη από δόγματα, ίσως οι ναοί της να είναι κάπως έτσι, σχεδιασμένοι για να σε οδηγούν σε εσωτερικές περιπλανήσεις. Κάποια στιγμή, όταν βγήκα από την έκθεση και πήρα το δρόμο του γυρισμού, οι δρόμοι της Αθήνας μου φάνηκαν και αυτοί πρωτόγνωροι, σαν ένα σουρεαλιστικό κατασκεύασμα, σαν μια αναπαράσταση ενός εφιαλτικού κόσμου. Συνειδητοποίηση - ο στόχος.

Ίσως να τα παραλέω, ίσως να είναι η εντύπωση της πρώτης επαφής με κάτι παρόμοιο, ίσως η παράξενη διάθεσή μου, ίσως τα κρασιά που είχα πιει πριν. Όπως και να έχει, ήταν καλά για 10 ευρώ.


(Από το εισιτήριο)

Σάββατο, Οκτωβρίου 27, 2007

Επετειακόν

Τον λέγαμε θείο, σύζυγος της αδελφής του παππού μου από την πλευρά της μητέρας μου. Τη δεκαετία του 70, όταν πηγαίναμε σχεδόν κάθε χρόνο στην Κρήτη οικογενειακώς, μας φιλοξενούσε όταν φεύγαμε από το χωριό του πατέρα μου για να μείνουμε στους συγγενείς της μητέρας μου. Ο θείος ήταν ένας καλοσυνάτος, μεγαλόσωμος άνδρας με μουστάκι που λάτρευε εμένα και την αδελφή μου και όλο παρότρυνε τη θεία μου να μας περιποιείται και να μας ταΐζει με ό,τι καλύτερο είχαν από τα ζωντανά τους, αυγά από τις κότες και γάλα από τις κατσικούλες.

Ο θείος είχε και ένα ιδιαίτερο χαρακτηριστικό, φορούσε πάντα κάτι άρβυλα, από το πρωί που σηκωνόταν μέχρι το βράδυ που έπεφτε για ύπνο, σαν να ήταν μέρος του σώματός του. Ο θείος περπατούσε βαριά με αυτά τα άρβυλα και η γη έτριζε κάτω από το βήμα του. Δεν φορούσε τίποτε άλλο, ούτε παπούτσια, ούτε παντόφλες, ούτε σαγιονάρες. Αν καμιά φορά εμείς τα παιδιά σηκωνόμασταν νωρίς ή τύχαινε να τον δούμε να κάθεται στο κρεβάτι του πριν να πέσει για ύπνο, τις στιγμές δηλαδή που φορούσε ή έβγαζε τα άρβυλά του, νοιώθαμε κάτι μεταξύ δέους και φόβου. Ο θείος δεν είχε πόδια σαν όλους τους άλλους ανθρώπους. Από το ένα πέλμα του έλλειπαν τα δάκτυλα και το μισό τμήμα μέχρι τον αστράγαλο, από το άλλο πόδι έλειπε όλο το πέλμα. Αν και ο θείος δεν μιλούσε για αυτό, ξέραμε ότι για τα πόδια του έφταιγε κάτι που λεγόταν κρυοπαγήματα.

Ο θείος είχε αφήσει αυτά τα κομμάτια από το σώμα του σε κάτι παγωμένες βουνοκορφές και μετά τον πόλεμο είχε λάβει μια άδεια περιπτέρου. Δεν ξέρω τι ένοιωθε και τι σκεπτόταν για όλα αυτά που είχε περάσει. Όσο ζούσε ήμουν πολύ μικρός για να τον ρωτήσω. Τον θυμάμαι κάποιες στιγμές αυτές τις ημέρες. "Ο θείος ο ανάπηρος", τον λέγαμε εγώ και η αδελφή μου, για να τον ξεχωρίζουμε από τους άλλους συγγενείς, χωρίς ίχνος πολιτικής ορθότητας, αλλά με κάποια τρυφερότητα. Ελπίζω να περπατάει τώρα κάπου ξυπόλητος, σε μια ζεστή ακρογιαλιά, και τα πόδια του, που υπέφεραν από τον πάγο, να δέχονται το χάδι της άμμου και του αφρού μιας καλοκαιρινής θάλασσας.

Πέμπτη, Οκτωβρίου 25, 2007

Ελαφοκυνηγοί

Ο αυτοκράτορας Βασίλειος Α΄ ο Μακεδόνας είχε ασυνήθιστο τέλος. Σε ένα κυνήγι ελαφιού, ενώ κυνηγούσε τον αρχηγό της αγέλης, ο τελευταίος του επιτέθηκε και ο αυτοκράτορας από κυνηγός έγινε θήραμα. «...των γαρ εξοχών των κεράτων υπό του ζωστήρος τούτου υπεισελθόντων, ανάρπαστον τούτον εκ του ίππου λαβόμενος έφερεν, το γεγονός μη τινός επισταμένου, έως ότε τον ίππον κενό εθεάσαντο.»* Δηλαδή, το ελάφι έπιασε τον αυτοκράτορα από τη ζώνη του με τα κέρατά του που μπλέχθηκαν σε αυτήν και αφού τον απέσπασε από το άλογό του, τον περιέφερε, κάτι που έγινε αντιληπτό μόνο όταν οι άλλοι κυνηγοί είδαν το άλογό του χωρίς αναβάτη. Ο αυτοκράτορας τελικά αποσπάστηκε από το ελάφι που τον περιέφερε «μίλια δεκαέξ»* από έναν από τους φρουρούς του που έκοψε τη ζώνη με το σπαθί του και ο οποίος πλήρωσε ακριβά την τόλμη του αφού φυλακίστηκε για αυτήν. Ο αυτοκράτορας υπέκυψε τελικά μερικές μέρες αργότερα από αιμορραγία.

Άκουσα πρόσφατα από ραδιοφωνικό σταθμό ότι υπάρχουν κυνηγοί που σκοτώνουν τα ελάφια που γλίτωσαν από τις φωτιές της Πάρνηθας. Δεν υπάρχει όριο στο πόσο χαμηλά μπορούν να φτάσουν ορισμένοι άνθρωποι. Θα ήθελα οι άνθρωποι αυτοί να είχαν τύχη ανάλογη του αυτοκράτορα Βασιλείου, αλλά ξέρω ότι αυτό είναι δύσκολο στην εποχή μας, όπου το κυνήγι δεν διεξάγεται με δόρατα και βέλη και δεν αφήνει πολλές πιθανότητες στο θήραμα. Πόσο κρετίνος είναι κάποιος που κυνηγάει ένα σπάνιο είδος, αλλά και ένα ζώο που γλίτωσε από μια πυρκαγιά και προσπαθεί να επιβιώσει σε ένα εχθρικό περιβάλλον; Μοιάζει με το να πολυβολείς πρόσφυγες πολέμου που εγκαταλείπουν τις εστίες τους. Πολλές φορές όμως αυτό που δεν μπορούν να τους κάνουν τα θηράματά τους το κάνουν ο ένας στον άλλο. Δείτε εδώ. Πέρασε λέει ο ένας τον άλλο για αγριογούρουνο. Αν δεν έτρεφα σεβασμό για όλα τα ζώα, θα έμπαινα στον πειρασμό να κάνω κάποια αιχμηρή παρατήρηση.

Δεν θα χάσω την ευκαιρία για να διατυπώσω τη γενική θέση μου για το κυνήγι. Κάποτε ήταν τρόπος εξασφάλισης τροφής και επιβίωσης, σήμερα είναι μέσο για να βγάζουν τα απωθημένα τους διαταραγμένες προσωπικότητες ξεσπώντας πάνω στα πλάσματα της φύσης. Όσο και να προσπαθούν κάποιοι να ωραιοποιήσουν την εικόνα του κυνηγιού, δεν πείθουν. Δεν υπάρχει λογική που να δικαιολογεί έναν αναίτιο φόνο. Κάπου είχε πάρει το μάτι μου στατιστικές για το πόσες δεκάδες χιλιάδες ζώα και πουλιά από κάθε είδος εξοντώνονται ετησίως από τους Έλληνες κυνηγούς. Μια σοβαρή ένδειξη για το πόσο άρρωστη είναι η κοινωνία μας.

* «Γάμοι, κηδείες και αυτοκρατορικές μεταμέλειες - Ο βίος του πατριάρχη Ευθυμίου», υπό ανωνύμου μοναχού, εισαγωγή, μετάφραση, σχόλια, Αλέξανδρος Αλεξάκης, Εκδόσεις Κανάκη

Κυριακή, Οκτωβρίου 21, 2007

Φθινοπωρινό

Να δω τι θα κάνω με τα περίεργα σκίτσα που μαζεύονται στο ιστολόγιο... κάπως πρέπει να τους το φέρω με τρόπο να σηκωθούν να φύγουν.

Τρίτη, Οκτωβρίου 16, 2007

What’s in a name*

Διάβασα αυτή την είδηση, για το προβάδισμα που επέτυχε τελικά και διατηρεί ο ΓΠ έναντι του ΕΒ, και αναρωτήθηκα τι ελπίδες θα είχε ο Γιώργος αν αντί για Παπανδρέου λεγόταν Παπα-κάτι. Τι ελπίδες θα είχε ένας ηγέτης που θα οδηγούσε την παράταξή του σε μια τόσο μεγάλη ήττα και δεν θα είχε πατέρα τον Ανδρέα και παππού τον Γεώργιο. Το πιθανότερο είναι ότι σήμερα όχι μόνο δεν θα είχε καν σκεφτεί να υποβάλει ξανά υποψηφιότητα για την ηγεσία του κόμματος, αλλά θα είχε εξαφανιστεί από το πολιτικό προσκήνιο λίγες ώρες μετά την εκλογική ήττα. Φέρνει όμως πολλούς συνειρμούς σε πολλούς ανθρώπους το επίθετο «Παπανδρέου», ιδίως στη συγκεκριμένη παράταξη.

Δεν με εξέπληξε η επάνοδος του «νόμιμου διαδόχου» μετά τη φαινομενικά σαρωτική υπεροχή του επίδοξου «σφαιτεριστή». Οι όροι χρησιμοποιούνται επίτηδες για να καταδείξουν τη σημειολογία του πράγματος. Η ήττα αποτέλεσε έναν ισχυρό κλονισμό, αρχικά λειτούργησαν τα αντανακλαστικά της επίρριψης των ευθυνών στον ηγέτη, μετά όμως μπήκαν σε λειτουργία άλλοι συναισθηματικοί μηχανισμοί. Σε μια κοινωνία όπου κυριαρχεί η οικογενειοκρατία (ακόμη και σε πανεπιστημιακές σχολές) και κάθε αξίωμα και θέση θεωρείται προσωπικό περιουσιακό στοιχείο που δύναται να κληρονομηθεί (ποιος θυμάται το σύνθημα του Ανδρέα «Το ΠΑΣΟΚ δεν κληρονομείται») και όπου η αξιοκρατία έρχεται σε δεύτερη μοίρα, ήταν θέμα χρόνου ο αρχικά θεωρούμενος υπεύθυνος της ήττας να ξαναβρεί σταδιακά την ταυτότητα του «νόμιμου διαδόχου», πατρογραμμικά, και ο άλλος (εξαιτίας και των ίσως κάπως άγαρμπων χειρισμών του που σε άλλη περίπτωση δεν θα είχαν καμία σημασία) να γίνει ο «σφετεριστής», αυτός που ήλθε για να αρπάξει την περιουσία «του παιδιού».

Όλα αυτά δεν έχουν καμία σχέση με όποια δική μου προτίμηση ή μη προς το ένα ή το άλλο πρόσωπο, έκανα όμως αυτές τις σκέψεις σε μια προσπάθεια σημειολογικής προσέγγισης των τεκταινόμενων στο ΠΑΣΟΚ και του υποβάθρου που ασυνείδητα ίσως επιδρά στις προτιμήσεις της βάσης του κόμματος. Σίγουρα μετά υπεισέρχονται εκλογικεύσεις που ντύνουν αυτό το υπόβαθρο, αυτή τη συναισθηματική αντίδραση. Βενιζέλε μου, δεν ξέρω τι θα γίνει τελικά, αλλά δεν τα έβαλες μόνο με έναν Γιωργάκη, τα έβαλες και με δύο φαντάσματα, με έναν Γεώργιο και με έναν Ανδρέα.

Για λόγους δικαιοσύνης θα ήθελα να επισημάνω ότι δεν θεωρώ τον Γιωργάκη λιγότερο ικανό ηγέτη από τον Κωστάκη, προϊόντα του ίδιου συστήματος είναι και οι δύο. Απλώς ο δεύτερος είχε τα ηνία του κόμματός του σε ευνοϊκότερες συγκυρίες, νομίζω ότι όταν εξελέγη για πρώτη φορά πρωθυπουργός οι Έλληνες είχαν τόσο άχτι στο ΠΑΣΟΚ ώστε θα ψήφιζαν τη Νέα Δημοκρατία ακόμη και αν ηγέτης της ήταν ο Χατζηαβάτης. Για να έχει το ΠΑΣΟΚ ελπίδες σε αυτή τη δεύτερη αναμέτρηση θα έπρεπε ο ηγέτης του να είναι κάτι το ξεχωριστό, να πείσει ότι το ΠΑΣΟΚ πλέον μπορεί να προσφέρει κάτι ριζικά διαφορετικό, αυτό σίγουρα ήταν μια αποστολή πέραν των δυνατοτήτων αυτής της γενιάς των πολιτικών γόνων ιχθυοτροφείου. Δείτε και τον Κωστάκη, για κάνε υπουργείο περιβάλλοντος στον Σουφλιά Κωστάκη, αν είσαι μάγκας...

Ναι, ξέρω, παραβίασα αυτό που είχα γράψει σε άλλο ποστ ότι δεν θα γράψω για την εκλογή αρχηγού στο ΠΑΣΟΚ.

* Τι σημαίνει ένα όνομα, Ρωμαίος και Ιουλιέτα, (πράξη 2, σκηνή 2), Γουίλιαμ Σαίξπηρ

Παρασκευή, Οκτωβρίου 12, 2007

Προ-αποκαλυπτικά

...και εν τω μεταξύ, άνθρωποι κτίζουν πάνω σε απανθρακωμένα δάση, σε απανθρακωμένα ζώα, σε απανθρακωμένους ανθρώπους. Αν δεν κάψεις δάσος, σπίτι δεν στεριώνει. Κάτι άλλοι άνθρωποι τρίβουν με χαρά τα χέρια τους γιατί λειώνουν οι πάγοι και ανοίγει το βορειοδυτικό πέρασμα από την Ευρώπη στην Ασία βορείως του Καναδά. Η διώρυγα του Παναμά θα είναι περιττή. Επίσης, χωρίς πάγους, ο μεγάλος πλούτος της Αρκτικής θα είναι πλέον προσιτός.

Οι υπερδυνάμεις και άλλα κράτη ερίζουν για αυτό τον πλούτο και πάνε και καρφώνουν σημαιάκια στους βυθούς των πόλων, σχεδιάζουν λιμάνια και καταστρώνουν σχέδια εξόρυξης. Αν η κόλαση έρχεται, δεν υπάρχει λόγος να μη βγάλει κάποιος λίγο κέρδος από αυτό, επεκτείνοντας και την εθνική του κυριαρχία. Μοιράζουμε και σερβίρουμε το πτώμα μας σε μερίδες (ή "φιλέτα"). Ας πρόσεχε ο πλανήτης, ας πρόσεχε η φύση, ποιος τους είπε να γεννήσουν το κακοήθες καρκίνωμα, τον δήμιο, τον βιαστή της μάνας του, Γης, τον άνθρωπο; Τόση είναι η λύσσα αυτού του πλάσματος που και τώρα ακόμη εξακολουθεί να ασχημονεί στο πτώμα της νεκρής του μητέρας, τώρα που το κεφάλι του έχει περάσει για τα καλά στην οπή της γκιλοτίνας και η βαριά λεπίδα είναι έτοιμη να πέσει στον ελεεινό του, αναψοκοκκινισμένο σβέρκο. Σοφοί δε προσιόντων... αλλά χρειάζεται να είσαι σοφός για να καταλάβεις σήμερα ότι κάτι πάει πολύ στραβά με το πλάσμα που λέγεται άνθρωπος;

Εξουσία και χρήμα, αλλά μπορείς με αυτά να δροσίσεις το λαρύγγι σου; Μπορείς να γεμίσεις την πισίνα σου; Ίσως και να μπορείς ή τέλος πάντων μπορείς να εξασφαλίσεις ότι θα είσαι ο τελευταίος που θα διψάσει, ότι θα απολαμβάνεις να χύνεις το νερό άσκοπα όταν οι άλλοι θα παλεύουν μεταξύ τους για να το μαζέψουν από την αποχέτευσή σου. Αλλά όχι, δεν είναι έτσι, φταίει ότι είμαι απαισιόδοξος. Πάντα μέχρι τώρα βρίσκαμε τη λύση, πάντα οι καταστροφολόγοι διαψεύδονταν. Τα πράγματα δεν λειτουργούν γραμμικά και η επιστήμη έχει λύσεις. Μπορούμε πάντα να κρεμάσουμε τις ελπίδες μας σε έναν από μηχανής ιατρό, σε μια μεταμόσχευση, αρκεί να μην ανακαλύψουμε την τελευταία στιγμή, με την έκπληξη του ανθρώπου που ήλπιζε να σωθεί, όπως πάντα, και ξαφνικά οι ελπίδες του διαψεύδονται και ολισθαίνει στο χαμό του, ότι ο όγκος έχει κάνει μετάσταση.

Αφιέρωση: Αφιερώνεται στους πολιτικούς και άλλους ανοήτους που είδα για λίγο σε μια εκπομπή να δυσπιστούν (με ειλικρίνεια;) για το πόσο εύκολη είναι η παράνομη δόμηση σε δασικές εκτάσεις και ότι όλα γίνονται με την ευλογία τοπικών αρχών και βουλευτών. Δύο ενδεχόμενα υπάρχουν, τρίτη περίπτωση δεν χωρεί: ή οι άνθρωποι όντως είναι καλοπροαίρετοι, αλλά αφελείς και δεν έχουν επαφή με την πραγματικότητα, οπότε πρέπει να πάνε σπίτι τους, ή έχουν γνώση και ενδεχομένως και συμφέρον και λένε ανερυθρίαστα ασύστολα ψέματα, οπότε πρέπει να πάνε σπίτι τους.

Πέμπτη, Οκτωβρίου 11, 2007

Βρόχινο

Πόσο καιρό έχει να βρέξει στην Αθήνα; Ποιος αναρωτιέται; Δεν είναι μέρες, δεν είναι εβδομάδες, είναι μήνες; Τελευταία φορά που θυμάμαι να πέφτει κάτι στην πόλη ήταν οι στάχτες τον Αύγουστο. Θες να πέσει νερό και πέφτει στάχτη. Σαν εισαγωγή στην αποκάλυψη. Η πόλη στενή και άνυδρη, αλλά υγρή, σαν ρούχο ενοχλητικό που βιάζεσαι να πας στο σπίτι να το αλλάξεις.

Δεχθήκαμε την απουσία της βροχής όπως και την απουσία των άστρων από τον ουρανό μας σαν κάτι το φυσιολογικό. Τελικά όμως όλα είναι φυσιολογικά, αυτό είναι το πιο τρομακτικό.

Άκουσα ότι απόψε το βράδυ μπορεί να πέσουν λίγες σταγόνες στα προάστια, δεν είναι βέβαια ότι θα φτάσουν στο κέντρο της πόλης.

Φοβάμαι το καλοκαίρι που θα έλθει για να μην ξαναφύγει.