Τετάρτη, Νοεμβρίου 21, 2007

Η τεχνική της Μέδουσας - Α΄ μέρος

Ο Χ. έσκυψε και έσυρε το σκονισμένο βιβλίο από μια γωνιά του παλαιοβιβλιοπωλείου. Το σύννεφο σκόνης που σηκώθηκε τον έκανε να φτερνιστεί δυνατά. Το γυαλιστερό, σκληρό εξώφυλλο και τα ψυχεδελικά σχέδια του θύμισαν δεκαετία του 70. Διάβασε τον τίτλο, «Η τεχνική της Μέδουσας». Τις επόμενες μέρες το μελέτησε τόσο καλά ώστε σχεδόν το αποστήθισε. Ήταν ένα βιβλίο «μάθε μόνος σου» για πολεμικές τέχνες, μόνο που αφορούσε σε ένα και μοναδικό κτύπημα με το χέρι. «Αν μάθετε να εκτελείτε άψογα αυτή την τεχνική, δεν υπάρχει καμία άμυνα, το μειονέκτημά της είναι ότι μπορεί να χρησιμοποιηθεί αποκλειστικά για να επιφέρει τον θάνατο. Δεν χρησιμεύει ως τεχνική άμυνας ούτε ως μέσο απλής εξουδετέρωσης του αντιπάλου. Προσοχή, αν εφαρμόσετε έστω και για μία φορά αυτή την τεχνική, δεν πρέπει να παραλείψετε να την εφαρμόζετε τουλάχιστον μία φορά κάθε χρόνο.» Αυτές ήταν οι τελευταίες γραμμές του βιβλίου.

Ο Χ. ακολούθησε πιστά τις οδηγίες του βιβλίου για μερικές εβδομάδες, μέχρι να χάσει το ενδιαφέρον του. Το μεγαλύτερο μέρος των οδηγιών αφορούσε σε αναπνευστικές ασκήσεις, σε οδηγίες διατροφής, σε κάποιες απλές φράσεις ενίσχυσης της αυτοπεποίθησης που έπρεπε να επαναλαμβάνει κάποιος στην αρχή και στο τέλος της ημέρας. Ελάχιστες οδηγίες για κάποιες ασκήσεις των χεριών, εύκολες ακόμη και για κάποιον αγύμναστο όπως ο Χ. και αυτό ήταν όλο. Το μόνο ασυνήθιστο στο βιβλίο ήταν κάποιοι περίεργοι χαρακτήρες στην αρχή και στο τέλος κάθε σελίδας. Η ιδέα της δύναμης που θα αποκτούσε μετά την εκμάθηση αυτής της τεχνικής του είχε κινήσει αρχικά το ενδιαφέρον, ιδίως καθώς δεν πήγαινε πολύ καιρός που είχε εγκαταλείψει τη σχολή πολεμικών τεχνών, καθώς γινόταν συνεχώς στόχος πειραγμάτων για την αδεξιότητά του και κάτι σαν σάκος του μποξ για τους πιο προχωρημένους μαθητές, ιδίως για εκείνον τον αντιπαθητικό, τον Σ. Φυσικά, αυτό δεν σημαίνει ότι έπαιρνε τις υποσχέσεις του βιβλίου απολύτως στα σοβαρά και μη αναγνωρίζοντας στον εαυτό του κάποια ιδιαίτερη δεξιότητα μετά από εβδομάδες άσκησης, το εγκατέλειψε με απογοήτευση.

Τον Σ. τον συνάντησε πάλι τυχαία ένα βράδυ καθώς επέστρεφε από τη δουλειά. Για μια στιγμή σκέφτηκε να αλλάξει πεζοδρόμιο, αλλά το θεώρησε αναξιοπρεπές. Συνέχισε κοιτάζοντας ευθεία μπροστά, σαν να μην τον είχε αντιληφθεί αλλά ο άλλος πήδησε μπροστά του και άρχισε να χοροπηδά κάνοντας δήθεν κινήσεις του καράτε και βγάζοντας κοροϊδευτικές κραυγές. Ο κόσμος έκανε πως δεν κοιτούσε, όπως κάνει συνήθως ο κόσμος, αλλά αυτό δεν έκανε τον Χ. να νοιώθει καλύτερα και είχε πάρει τώρα το χρώμα της παπαρούνας. «Σε χάσαμε αγορίνο μου, πάνω που θα έπαιρνες και μαύρη ζώνη» συνέχισε να τον πειράζει ο Σ., χοροπηδώντας σαν μαϊμού, και έκανε να του τσιμπήσει το μάγουλο. Ο Χ. δεν κατάλαβε σχεδόν πώς πετάχτηκε το χέρι του, σαν να είχε πάρει μόνο του την πρωτοβουλία. Απλώς άγγιξε τον Σ. κάπου στο στήθος εφαρμόζοντας την τεχνική του βιβλίου. Αμέσως τρόμαξε από αυτό που έκανε, περισσότερο για το πόσο ανόητο του φάνηκε, έβαλε το κεφάλι κάτω και έκανε να περάσει στο απέναντι πεζοδρόμιο περιμένοντας να ακούσει τα γέλια του άλλου.

Ο Σ. δεν αντέδρασε, δεν φώναξε, δεν τον απείλησε, δεν πήγε να τον κτυπήσει. Ρίχνοντας μια κλεφτή ματιά προς τα πίσω, τον είδε να στέκεται στο ίδιο σημείο. Αφού διέσχισε το δρόμο και κατάλαβε ότι δεν συνέβαινε τίποτα, γύρίσε το κεφάλι για να παρατηρήσει πιο καλά τον Σ. Στεκόταν όρθιος, ακίνητος, και το πρόσωπό του έμοιαζε με μια μάσκα, ήταν σαν να είχε παγώσει ακριβώς με εκείνη τη βλακώδη έκφραση που είχε την τελευταία φορά που τον κοίταξε. Ακριβώς μπροστά του ήταν μια καφετέρια, μπήκε μέσα και κάθισε δίπλα στο τζάμι, παρήγγειλε μια μπύρα στη σερβιτόρα και έμεινε να παρατηρεί τον Σ. που είχε μείνει να στέκεται ακίνητος στο απέναντι πεζοδρόμιο, ένα άγαλμα από σάρκα. Αν ήταν βαμμένος άσπρος, θα ήταν σαν αυτούς του μίμους του δρόμου, σκέφτηκε χαιρέκακα. Ο κόσμος έρεε γύρω από το «άγαλμα» που μάλλον περνούσαν για κάποιο πρεζόνι. Όταν η μπύρα του κόντευε να τελειώσει, μια γυναίκα βγήκε από ένα κατάστημα. "Είναι έτσι για σχεδόν μια ώρα" είπε δυνατά σε κάποιον άνδρα δίπλα της. Εκείνος σκούντησε λίγο τον Σ. στον ώμο και το άψυχο σώμα σωριάστηκε σαν ένα σακί πατάτες κάτω από τρομαγμένα βλέμματα και συνοδεία γυναικείων επιφωνημάτων. Ο Χ. πλήρωσε και έφυγε βιαστικά πνίγοντας ένα δυνατό γέλιο. Αργότερα έμαθε, με κάποια ανακούφιση, ότι ως αιτία θανάτου είχε καθοριστεί η ανακοπή καρδιάς οφειλόμενη σε κάποια απίθανη αιτία, μια σειρά ακαταλαβίστικων λέξεων που είχαν ως μοναδικό σκοπό να αποφύγει ο ιατροδικαστής να γράψει δύο λέξεις "άγνωστη αιτία".

Ακολουθεί το Β΄ μέρος

3 σχόλια:

Διόνα είπε...

Καλημέρα, Περαστικέ.
Πολύ καλό! Ανυπομονώ να διαβάσω και τη συνέχεια.

Yellow Kid είπε...

Πολύ καλό Περαστικέ!
(Και εγω το ίδιο με την Διόνα, περιμενω...)

Περαστικός είπε...

Γεια σας, ευχαριστώ για τα καλά λόγια για τους πειραματισμούς μου, το β΄μέρος ανέβηκε.